Μέσα σε μια δεκαετία η Ελληνική παιδεία στα Δωδεκάνησα πέρασε από την Ιταλοκρατία στην Γερμανοκρατία και Αγγλοκρατία και αναγεννήθηκε με την Ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Ακολουθώντας τις εξελίξεις, που σαν μαθητής γνώρισα στην Κάρπαθο, μπορούν να δώσουν την γενική εικόνα όπως δημιουργήθηκε στα Δωδεκάνησα.
Στην αρχή της Ιταλοκρατίας η διδασκαλία της ιταλικής γλώσσας ήταν προαιρετική, αλλά από το 1926 έγινε υποχρεωτικό μάθημα και απαγορεύτηκε η εισαγωγή σχολικών βιβλίων από την Ελλάδα.
Το 1937, όταν ο De Vecchi ανέλαβε κυβερνήτης, η ελληνική γλώσσα απαγορεύθηκε εκτός από μία ώρα την εβδομάδα για την διδασκαλία των θρησκευτικών. Ο δάσκαλος Μανώλης Λάμπρος κατέβαινε από το Απέρι στα Πηγάδια για να διδάξει μια ώρα την εβδομάδα.
Οι Έλληνες δάσκαλοι παύθηκαν και όσοι ήθελαν να συνεχίσουν να διδάσκουν στα ιταλικά υποχρεώθηκαν να πάνε στο ιταλικό διδασκαλείο της Ρόδου για μετεκπαίδευση. Αρκετοί συνέχισαν να διδάσκουν στα κρυφά την ελληνική γλώσσα στα παιδιά τους και στα παιδιά στενών συγγενών και φίλων τους. Όσους αποκάλυπταν οι Ιταλοί τους εξόριζαν.
Στη θέση των απολυoμένων, οι Ιταλοί έφερναν δασκάλους από την Ιταλία που προσπαθούσαν να εφαρμόσουν το ιταλικό πρόγραμμα που περιελάβανε τη Φασιστική Αγωγή και τα παιδιά πιέζονταν να γραφτούν Balilla. Για να δελεάσουν τα παιδιά, στα χρόνια του πολέμου και της πείνας, προσέφεραν δωρεάν συσσίτιο σε όσα απ’ αυτά γράφονταν Balilla. Πολλές φορές πίεζαν με αντίποινα τους γονείς των παιδιών που δεν έγραφαν τα παιδιά τους.
Οι Ιταλοί δάσκαλοι δεν ήταν όλοι εξίσου φανατισμένοι. Ο διευθυντής, Direttore Enrico Falorni που υπηρετούσε στα Πηγάδια, ήταν εκπαιδευτικός με ήθος και δεν ανακάτευε την πολιτική με τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα. Το ίδιο και η γυναίκα του, που δίδασκε στο νηπιαγωγείο και η κουνιάδα του αντισυνταγματάρχη Camarda, που δίδασκε την πρώτη τάξη.
Αντίθετη ήταν η συμπεριφορά τριών άλλων δασκάλων στους οποίους οι μαθητές έδωσαν παρατσούκλια, το Δασκαλάκι (ήταν κοντός και αδύνατος), η Τσουλού (έπλεκε τα μαλλιά της πλεξούδες και τα έδενε κότσο) και η Φακιδιάρα (το πρόσωπο της ήταν γεμάτο φακίδες).
Το Δασκαλάκι με φοβέρες και απειλές ανάγκαζε τα παιδιά να γραφτούνε Balilla, ενώ οι δυο δασκάλες προσπαθούσαν με φανατισμό να μάθουν στα παιδιά ιταλικά και τα πίεζαν να ξεχάσουν τη μητρική τους γλώσσα. Στο Απέρι δίδασκε ο λοχίας Giovanni Ranalletta. Ήταν ρολογάς, αλλά επειδή ήταν φανατικός φασίστας τον διόρισαν δάσκαλο. Μεταξύ των άλλων Ιταλών δασκάλων που υπηρέτησαν στην Κάρπαθο ήταν οι Francesco Avagliano, Raffaele Cefola και Licia Festa.
Στο σχολείο της Βωλάδας υπηρετούσε η Maria Teresa από το Torino. Ήταν αρκετά όμορφη και χειραφετημένη και τα θέλγητρά της έγιναν μήλο της Έριδας μεταξύ του Ιταλού στρατιωτικού διοικητή και ενός λοχαγού που υπηρετούσε στο πυροβολικό στις Μενετές. Αργότερα, όταν ήλθαν οι Γερμανοί, έγινε η ερωμένη ενός Γερμανού αξιωματικού που υπηρετούσε στις Μενετές.
Το σχολείο μας βρισκόταν στο κτίριο του Αλέξη Μανωλάκη που είχαν επιτάξει οι Ιταλοί, ήταν εξατάξιο και υπήρχαν αρκετά παιδιά που ήταν 15 και 16 ετών.
Στην αρχή πήγα στο Asilo που καταλάμβανε την μεγαλύτερη αίθουσα και μέσα σε δυο ντουλάπες υπήρχαν παιδικά παιχνίδια. Τα αγόρια προτιμούσαμε τρία τέσσερα ξύλινα αλογάκια και τσακωνόμασταν ποιος θα προφτάσει να τα πάρει. Μετά από ένα – δυο ώρες απασχόλησης, εγώ και ο Γιώργος Ορφανός βαριόμαστε και ζητούσαμε άδεια να πάμε στο cabineto (μέρος) που βρισκόταν στο διπλανό στενό και βρίσκαμε την ευκαιρία να το σκάσουμε.
Τον Σεπτέμβρη του 1942, εμάς τους εξάχρονους μας έβαλαν σε ειδική τάξη επειδή κανένας μας δεν καταλάβαινε Ιταλικά με δασκάλα την Φακιδιάρα. Επειδή στο σχολείο δεν υπήρχε χώρος, μετέτρεψαν σε διδασκαλική αίθουσα ένα δωμάτιο στο σπίτι του Γιώργου Βλαστού, στην σκάλα απέναντι από την Βαγγελίστρα. Η δασκάλα μας έκανε μόνο Ιταλικά και μας διάβαζε από ένα βιβλίο στο οποίο υπήρχε η φωτογραφία του Μουσολίνι και του San Francesco d’Assisi που τάιζε περιστέρια. Στο ενδεικτικό μου πέρασα όλα (;) τα μαθήματα με τον βαθμό soddisfacente (ικανοποιητικά), χωρίς να μάθω ούτε μια λέξη Ιταλικά. Μερικές ιταλικές λέξεις και φράσεις τις έμαθα ακούγοντας τες στο δρόμο από Ιταλούς στρατιώτες.
Τον Σεπτέμβρη του 1943, με την κατάληψη της Καρπάθου από τους Γερμανούς, μετακομίσαμε στο Απέρι. Στο Απέρι μετακόμισαν και οι Ιταλοί δάσκαλοι, αλλά τα σχολεία έμειναν κλειστά, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να γυρίσουν στην Ιταλία ζωντανοί. Ο Χριστόφορος Σακελλαρίδης δίδασκε στο σπίτι του τον γιο του Μανώλη, τους Γιώργο και Μάνο Φραγκίσκου Σακελλαρίδη και τον Μηνά του Γιάναγα (Οικονομίδη). Βρέθηκε και για μένα ένα αναγνωστικό της Δευτέρας Δημοτικού και με λίγη βοήθεια έμαθα να διαβάζω Ελληνικά.
Λίγες μέρες μετά τα Χριστούγεννα του 1943,ο γερμανός υπολοχαγός Hans Vogeler ξεκίνησε από την Ρόδο με το καΐκι Laurana για την Κάρπαθο. Αλλά, μόλις έφτασε στην Χάλκη έπιασε τρικυμία και αναγκάστηκε να μείνει για μια εβδομάδα. Ευχαριστημένος από τις περιποιήσεις των Χαλκιτών τους ρώτησε σε τι θα μπορούσε να τους βοηθήσει και εκείνοι του ζήτησαν να ανοίξουν τα Ελληνικά σχολεία, και άνοιξαν τα σχολεία παρά τις αντιδράσεις των Ιταλών.
Στις 6 Ιανουαρίου ο Vogeler έφτασε στην Κάρπαθο και εκτός των στρατιωτικών του καθηκόντων ανέλαβε χρέη πολιτικού μεσολαβητή μεταξύ των Γερμανών και Καρπαθίων. Όταν έγινε γνωστό το περιστατικό της Χάλκης, από Καρπάθιους ναυτικούς που υπηρετούσαν στο Laurana, ο δάσκαλος και γραμματέας της Μητρόπολης Χριστόφορος Σακελλαρίδης προσέγγισε τον Vogeler και του ζήτησε να ανοίξουν τα Ελληνικά σχολεία. Ο Vogeler ικανοποίησε το αίτημα. Να σημειώσουμε ότι αυτή την εποχή οι Γερμανοί αισθάνονταν απαξίωση για τους Ιταλούς και στα γυμνασιακά του χρόνια ο Vogeler είχε διδαχθεί Αρχαία Ελληνική Γραμματεία και είχε ενστερνιστεί τις αξίες του Ελληνικού Πολιτισμού.
Αμέσως κινητοποιήθηκαν οι Καρπάθιοι, οι δάσκαλοι δέχθηκαν να διδάξουν αφιλοκερδώς, και σε μερικές μέρες άνοιξαν τα Ελληνικά σχολεία. Την πρώτη τάξη ανέλαβε η Μαρίτσα Καπετανάκη που άρχιζε από το αλφάβητο. Την δεύτερη τάξη ανέλαβε Νικόλαος Μαυράκης από παιδιά που γνώριζαν ανάγνωση και γραφή, σ’ αυτήν πήγα και εγώ. Την επόμενη τάξη ανέλαβε ο Μανώλης Λάμπρος και την τελευταία ο Χριστόφορος Σακελλαρίδης που ήταν ο διευθυντής του σχολείου. Σε όλες τις τάξεις η προσπάθεια στράφηκε στην εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας. Στις δυο τελευταίας τάξεις διδασκόταν η Ελληνική ιστορία και μερικά άλλα μαθήματα. Η διδασκαλία ήταν προφορική γιατί δεν υπήρχε γραφική ύλη και τα βιβλία ήταν λιγοστά.
Αντίθετα, οι σχέσεις μας με Γερμανούς ήταν φιλικές. Πολλοί από τους Γερμανούς ήταν πρώην πολιτικοί κρατούμενοι με καλλιτεχνικά προσόντα που δημιούργησαν θεατρικό θίασο και παρουσίασαν στο σχολείο μας μια παιδική κωμωδία: Κάποιος που τον κυνηγούσε η αστυνομία κατέφυγε σ’ ένα μουσείο και στην απελπισία του έβγαλε τα ρούχα του, έμεινε με το σώβρακο και παρίστανε το άγαλμα. Πέρασαν δυο αστυνομικοί που δεν πήραν είδηση τη μεταμφίεση. Σε λίγο πέρασε και η καθαρίστρια με ένα σφουγγάρι και ένα κουβά νερό. Κι αυτή δεν αντιλήφθηκε τη μεταμφίεση και περιέλουσε το “άγαλμα” με κρύο νερό για να το πλύνει. Ο δραπέτης τουρτούριζε αλλά προσπαθούσε να μη το δείχνει, ξεκαρδιστήκαμε στο γέλιο. Για μια στιγμή ξεχάσαμε τον πόλεμο, την πείνα και τον φόβο των Γερμανών, τους νιώθαμε κι αυτούς σαν ανθρώπους.
Τον Οκτώβριο του 1944 απελευθερώθηκε η Κάρπαθος, ήρθαν οι Άγγλοι και προτού τελειώσει ο Οκτώβριος τα σχολεία άρχισαν να λειτουργούν κανονικά με τα μέσα της εποχής. Το σχολείο στα Πηγάδια είχε 165 μαθητές και τρεις δασκάλους. Επειδή δεν υπήρχε σχολικό κτίριο, οι τρεις πρώτες τάξεις εγκαταστάθηκαν στο σπίτι του Μπρα και οι δυο τελευταίες στον γυναικωνίτη της Βαγγελίστρας. Την διδασκαλία της Πρώτης και Δευτέρας τάξης ανάλαβε η Μαρία Μακρή και της Τρίτης η Φωτεινή Πιττά. Την Τετάρτη και Πέμπτη ανάλαβε ο δάσκαλος και Διευθυντής του Σχολείου Βάσος Οικονομίδης. Σ’ όλες τις τάξεις υπήρχαν υπερήλικες μέχρι 17 ετών.
Υπήρχε έλλειψη βιβλίων και προσπαθούσαμε να εξυπηρετηθούμε με αυτά που είχαν κρύψει οι δάσκαλοι και γονείς των παιδιών από τους Ιταλούς. Οι Άγγλοι, για να απαλύνουν το πρόβλημα, έφεραν Ελληνικά αναγνωστικά και βιβλία αριθμητικής από την Κύπρο. Επίσης συμμετείχαν στις σχολικές γιορτές και απένειμαν βραβεία στους αριστούχους μαθητές.
Η εξεύρεση γραφικής ύλης ήταν άλλο μεγάλο πρόβλημα. Δεν υπήρχαν τετράδια, μολύβια και μελάνι. Οι πιο τολμηροί μπαίναμε από ένα φεγγίτη στο υπόγειο του Διοικητηρίου όπου οι Ιταλοί είχαν φυλαγμένα τα αρχεία τους και ψάχναμε για μισογραμμένες κόλες. Όσες βρίσκαμε τις κόβαμε στο ίδιο μέγεθος και με βελόνι και κλωστή τις ράβαμε και κάναμε τετράδιο. Για μελάνι χρησιμοποιούσαμε μολύβια της κόπιας. Τα σχίζαμε στη μέση και με ένα ξυραφάκι κάναμε σκόνη το περιεχόμενο τους που το ανακατεύαμε με νερό και κάναμε μελάνι.
Η δασκάλα μας, Φωτεινή Πιττά, είχε μεγάλη θέληση και ενθουσιασμό που μας τον μετέδιδε. Μας έμαθε γραφή, ανάγνωση, ορθογραφία και γραμματική, να κλίνουμε πρωτόκλιτα και δευτερόκλιτα ονόματα και τα ρήματα σε όλους τους χρόνους. Μας έμαθε την ορθογραφία των ρημάτων που τελειώνουν σε “ώνω” και “ίζω”, με τις εξαιρέσεις τους. Μάθαμε τις τέσσερις πράξεις της αριθμητικής και την “Μέθοδο των Τριών”. Μας δίδαξε Αρχαία Ελληνική Ιστορία, Παλαιά Διαθήκη και την Γεωγραφία της Ελλάδος. Έφερε την αδελφή της από την Αρκάσα και μας έμαθε Καρπάθικους και άλλους Ελληνικούς χορούς και πατριωτικά τραγούδια. Πετούσαμε στους επτά ουρανούς, θεωρούσαμε τους εαυτούς μας τυχερούς που γεννηθήκαμε Έλληνες. Τίποτε άλλο δεν μετρούσε για μας.
Προτού τελειώσει η χρονιά έφερε τον πρώην δάσκαλο Ηλία Ορφανό να κάμει επιθεώρηση. Έμεινε απόλυτα ικανοποιημένος, μέσα σε ένα χρόνο καλύψαμε όλες μας τις ελλείψεις. Όλα τα παιδιά προβιβάστηκαν στην επόμενη τάξη και αρκετοί από τους υπερήλικες πήδηξαν μια τάξη. Η χρονιά τελείωσε με την σχολική γιορτή και την απονομή των ενδεικτικών, παρουσία του Δημάρχου, της Σχολικής Επιτροπής, των Αγγλικών αρχών, των γονέων και κηδεμόνων των παιδιών.
Τον επόμενο χρόνο το σχολείο μετακόμισε στο κτίριο του Αλέξη Μανωλάκη που χρησιμοποιούσαν για σχολείο οι Ιταλοί, και προτού τελειώσει η σχολική χρονιά ο λοχαγός Charles J. Bonnington παραχώρησε το “Κονάκι” στον Δήμο, που με χρήματα που έστειλε η “Σχολική Επιτροπή Πηγαδιωτών Αμερικής” μετετράπη σε σχολικό κτίριο.
Στο Απέρι, εκτός από το Δημοτικό σχολείο λειτουργούσε και σχολαρχείο με δυο γυμνασιακές τάξεις με διευθυντή τον Χριστόφορο Σακελλαρίδη. Δίδασκε ο ίδιος με τον Θεολόγο Ανδρέα Ξανθό και τον μαθηματικό Ασπρουλάκη, σ’ αυτό φοιτούσαν μαθητές και από τα άλλα χωριά. Τον επόμενο χρόνο, μετά την απελευθέρωση της Ρόδου, ορισμένοι από αυτούς τους μαθητές συνέχισαν στο Βενετόκλειο Γυμνάσιο.
Μετά την ανάληψη της Διοίκησης της Δωδεκανήσου από την Ελληνική Στρατιωτική Διοίκηση, η κατάσταση ακόμη βελτιώθηκε. Μαθητές από την Αθήνα μας έστειλαν μεταχειρισμένα βιβλία, σε αρκετά υπήρχαν συγκινητικά γράμματα με την διεύθυνση του αποστολέα. Πολλά παιδιά έπιασαν αλληλογραφία που κράτησε χρόνια. Ο δε Μανώλης Νικολάου Λάμπρος μας έστειλε από την Αμερική δέκα βαλίτσες γεμάτες γραφική ύλη και λύθηκε κι αυτό το πρόβλημα.
Μετά την Ενσωμάτωση και με χρήματα του “Marshall Plan”, μας πρόσφεραν βιταμίνες, σταφιδόψωμο και κακάο, πολλά παιδιά έπασχαν από υποβιταμίνωση και υποσιτισμό. Με το ίδιο πρόγραμμα έστειλαν γιατρούς και μας εμβολίασαν για φυματίωση και άλλες μεταδοτικές ασθένειες. Θυμάμαι μια νοσοκόμα, Αλέκα Κατσέλη την λέγανε, που μας περιέβαλλε με αγάπη.
Το σχολικό έτος 1946-47, με πρωτοβουλία του καθηγητή Αριστοτέλη Σταυράκη, προστέθηκε μια τάξη στο σχολαρχείο Απερίου και με διευθυντή τον ίδιο λειτούργησε ως ημιγυμνάσιο. Επειδή δεν υπήρχαν καθηγητές, ο Σταυράκης, με δική του πρωτοβουλία και έξοδα, πήρε βόλτα τα Δωδεκάνησα και βρήκε καθηγητές που δέχθηκαν να διδάξουν στην Κάρπαθο. Κάθε χρόνο προστίθετο από μια τάξη, μέχρι που λειτούργησε ως πλήρες γυμνάσιο.
Το 1948 όταν πρωτοπήγα στο Γυμνάσιο, στην αρχή περπατούσαμε οκτώ χιλιόμετρα το πρωί, από τα Πηγάδια στο Απέρι και άλλα τόσα στην επιστροφή. Μετά από δυο μήνες μετακόμισα σε συγγενικό σπίτι στο Απέρι. Το επόμενο χρόνο πηγαίναμε με φορτηγά αυτοκίνητα και αργότερα με λεωφορεία. Πιο δύσκολα ήταν για τα παιδιά που ερχόντουσαν από τα μακρινά χωριά: Αρκάσα, Μενετές, Σπόα, Μεσοχώρι και Όλυμπο. Αν δεν έβρισκαν συγγενικό ή φιλικό σπίτι στο Απέρι ή στην Βωλάδα να τα φιλοξενήσουν, έπρεπε να νοικιάσουν κάποιο στάβλο. Μόνα τους μαγείρευαν και έκαμναν τις δουλειές του σπιτιού. Δυο φορές το χρόνο, Χριστούγεννα και Πάσχα, επέστρεφαν στα χωριά τους για να περάσουν τις γιορτές με τις οικογένειες τους.
Τα περισσότερα παιδιά ήταν ξυπόλητα και όσα είχαν παπούτσια τα φορούσαν όταν έφθαναν στο σχολείο και τα έβγαζαν όταν έφευγαν. Τέσσερις καθηγητές δίδασκαν 350 μαθητές που φοιτούσαν σε πέντε τάξεις. Ήταν οι φιλόλογοι Αριστοτέλης Σταυράκης (ήταν και Γυμνασιάρχης) και Ιωάννης Σκαρδάσης, ο θεολόγος Αντώνης Μαστρογιάννης και ο μαθηματικός Ανδρέας Κατσάνης, που δίδασκε μαθηματικά, φυσική και γεωγραφία.
Όλοι τους άφησαν καλό όνομα. Πολλοί από τους μαθητές, ακόμη και σήμερα, θυμούνται και αναφέρονται στον Σκαρδάση. Είχε σπουδάσει στην Γερμανία και υπήρξε φοιτητής του Ulrich von Wilamowitz. Κάποτε ένας επιθεωρητής στην έκθεσή του ανάφερε ότι του άξιζε πανεπιστημιακή έδρα.
Από 50 ως 90 παιδιά φοιτούσαν στην κάθε τάξη και αντί για δυό, τρία παιδιά κάθονταν στο κάθε θρανίο και πολλοί μαθητές στέκονταν όρθιοι. Πολλοί ήταν υπερήλικες και το πρόβλημα λύθηκε με τις κατατακτήριες εξετάσεις. Κάθε δυο-τρεις μήνες οι υπερήλικες μαθητές υποβάλλονταν σε εξετάσεις και όσοι τις περνούσαν πήγαιναν στην επόμενη τάξη. Υπήρξαν επιμελείς μαθητές που σε ένα χρόνο έβγαλαν τρεις τάξεις.
Τον επόμενο χρόνο το Γυμνάσιο έγινε εξατάξιο με Γυμνασιάρχη τον μαθηματικό Λεωνίδου από την Χίο με άριστες διοικητικές ικανότητες. Την ίδια χρονιά συμπληρώθηκαν αρκετές ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό, με την φυσιογνώστρια Αναγνωστοπούλου και τον θεολόγο Γιώργο Χαλκιά. Μετά από δυο χρόνια ο Λεωνίδου ανάλαβε γυμνασιάρχης στο Βενετόκλειο και γυμνασιάρχης στην Κάρπαθο ανέλαβε, εξίσου ικανός, ο φυσικός Σίμων Χατζησταβρίου από τη Σύμη.
Παρ’ όλες τις ελλείψεις και τις αντιξοότητες που αντιμετωπίσαμε, διδαχθήκαμε ήθος και αποκτήσαμε γνώσεις. Πολλοί συνέχισαν τις σπουδές και άλλοι ασχολήθηκαν με επιχειρήσεις, τέχνες και διάφορα επαγγέλματα με επιτυχία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, αρκετοί κατέλαβαν πανεπιστημιακές έδρες.
Για πολλούς από αυτούς έκλεισε ο κύκλος της ζωής τους και όσοι βρίσκονται στο ηλιοβασίλεμά της διηγούνται με αγάπη τα δύσκολα χρόνια που πέρασαν και εύχονται ο Θεός να αναπαύει τις ψυχές αυτών που βοήθησαν να μάθουν γράμματα κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες.
“ΡΟΔΙΑΚΗ”
πηγή: anamniseis.net