Απεβίωσε σε ηλικία 99 ετών, ο γνωστός γιατρός του νησιού μας και εξαιρετικός άνθρωπος και οικογενειάρχης Γιώργος Χιωτάκης.
Η κηδεία του θα γίνει αύριο Τετάρτη στις 2 το μεσημέρι από τον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην πόλη της Ρόδου.
Η οικογένεια επιθυμεί όπως αντί στεφάνων, η προσφορά να κατατεθεί στο Δημοτικό συσσίτιο. Ο Γιώργος Χιωτάκης, με καταγωγή από την Κάρπαθο, υπηρέτησε με ζήλο το λειτούργημα του γιατρού.
Τον Οκτώβριο του 2016, ο Γιώργος Χιωτάκης μίλησε στη ΡΟΔΙΑΚΗ και την Ροδούλα Λουλουδάκη για εκείνα τα χρόνια. Τα όμορφα αλλά και τα δύσκολα ταυτόχρονα. Για την παλιά μας, Ρόδο, την αίγλη που εξέπεμπε και τους επισκέπτες (διάσημους και μη) που έφθαναν από όλο τον κόσμο στο νησί μας.
Γεννηθήκατε στην Κάρπαθο, αλλά σας έμαθαν όλοι οι τουρίστες της τότε Ρόδου!
Γεννήθηκα στην Κάρπαθο και στα 14 μου χρόνια ή θα ερχόμουν στη Ρόδο για να συνεχίσω το γυμνάσιο ή θα πήγαινα στην Αθήνα. Αν ερχόμουν στη Ρόδο, μικρό παιδί κάποιος θα έπρεπε να με βλέπει. Έτσι η οικογένειά μου με έστειλε στην Ιόνιο Σχολή στην Αθήνα, εσωτερικό.
Πάντα θέλατε να γίνετε γιατρός;
Από την ΣΤ΄ Δημοτικού μου μπήκε η ιδέα. Στην Κάρπαθο 9 μήνες το χρόνο ήμουν ξυπόλυτος, όλη μέρα στο δρόμο ή στη θάλασσα. Μια μέρα αρρώστησε κάποιος 50 ετών, κι εμείς τα παιδιά παίζαμε απ΄ έξω, ανυποψίαστα. Μαζεύτηκαν όλοι και περίμεναν το γιατρό. Και σκέφτηκα εκείνη την ώρα, παιδάκι «να ΄μουν εγώ τώρα γιατρός να τον βοηθούσα…»… Και ξαφνικά άκουσα κλάματα από μέσα, ο άνθρωπος πέθανε.
Πότε τελειώσατε τις σπουδές σας, πέσατε πάνω στον πόλεμο!
Τελείωσα το 1940, λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Από το 1941 έως το 1945 ήμουν στον Ευαγγελισμό, ειδικευόμενος. Δύσκολα χρόνια, φτώχεια, πείνα… Οι περισσότεροι τραυματίες έρχονταν με θραύσματα στα μάτια από τις νάρκες, κι άλλοι με κρυοπαγήματα. Άλλοι έφευγαν από το νοσοκομείο περπατώντας, κι άλλους τους παίρνανε…
Θυμάμαι έναν στρατιώτη από τη Λάρισα, με τραύματα στα μάτια. Δεν του είχαν πει ότι είχε χάσει το φως του. Ήρθε η βασίλισσα Φρειδερίκη στο νοσοκομείο, να φέρει δώρα στους φαντάρους και σ΄ αυτόν έδωσε ένα ραδιοφωνάκι. Εκεί κατάλαβε «εγώ πλέον δεν θα βλέπω και θα ακούω μόνο…», είπε.
Στην Κάρπαθο ξαναπήγατε από τότε;
Το 1945 τον Σεπτέμβριο ήρθε ένας έμπορος από τη Σητεία της Κρήτης που έκανε εμπόριο, μέσω Κάσου. Του λέει ο πατέρας μου «πάρε αυτές τις χρυσές λίρες και δώσ΄ τες στο γιό μου»… Έκανα κοστούμι μ΄ αυτές, γύρισα στην Κάρπαθο φορώντας το. Γύριζα στο νησί μετά από 10 χρόνια που έλειπα από την οικογένειά μου.
Έκατσα έξι μήνες στο νησί και χτυπούσε η πόρτα του σπιτιού τις νύχτες «γιατρέ έλα γρήγορα, η γυναίκα μου γεννάει…»… Λέω, «εγώ είμαι παθολόγος»… Αλλά πήγαινα, και τις ξεγεννούσα. Λέω, θα φύγω, θα πάω στην Αθήνα να μάθω να το κάνω κι αυτό. Πήγα και παρακολούθησα τοκετούς, υπήρχε μεγάλη ανάγκη τότε.
Και πότε ήταν που ήρθατε στη Ρόδο και γυρνούσατε τα χωριά ως γιατρός;
Βρήκα μια μέρα στο τρένο ένα γιατρό, με τον οποίο συνεργαστήκαμε τελικά. Βαλαώρας το όνομά του. Μου λέει, «πρόκειται να ιδρύσουμε στη Δωδεκάνησο, Κινητή Νοσοκομειακή Μονάδα. Θέλουμε να είσαι μαζί μας». Ήρθα στη Ρόδο το Σεπτέμβριο του 1946 με νοσοκομειακό αυτοκίνητο, οδηγό, δύο επισκέπτριες νοσοκόμες…
Τη Ρόδο τη διοικούσαν οι Άγγλοι τότε. Έμεινα σε σπίτι που μου έδωσαν και γυρνούσα τα χωριά και την πόλη, μαζί με κλιμάκιο του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Το 1948 ήρθε στη Ρόδο ο ναύαρχος Ιωαννίδης και μου λέει «σε διώχνω τώρα από τα Δωδεκάνησα γιατί είσαι κομμουνιστής. Έχω καταγγελία»!
Μετά από δύο μήνες στρατεύτηκα, πήγα στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Γύρισα στη Ρόδο τον Ιούλιο του 1950, παντρεύτηκα κι άνοιξα το ιατρείο μου στην Ακαδημία.
Πότε ξεκινήσατε να βλέπετε τουρίστες, θυμάστε ποια ήταν η πρώτη φορά;
Με φώναξαν μια μέρα στο ξενοδοχείο των Ρόδων, επειγόντως, να δω μια Αμερικανίδα που είχε ζητήσει γιατρό. Ο γιατρός που πήγε δεν ήξερε αγγλικά. Τότε ο γενικός Διοικητής Δωδεκανήσου, καλούσε γιατρούς που ήταν με τα κόμματα του Κέντρου. Αυτοί ήταν οι ευνοούμενοι. Η Αμερικανίδα ήθελε φάρμακα που δεν υπήρχαν εδώ ή είχαν τελειώσει.
Εκείνη το έλεγε και ο γιατρός που δεν καταλάβαινε τη γλώσσα και δεν ήξερε τι του λέει της απαντούσε συνέχεια «ναι», «ναι», «ναι»… Αυτή επέμενε, φώναζε, έκλαιγε, και ο γιατρός την κλείδωσε στο δωμάτιο και έφυγε, είπε στο ξενοδοχείο ότι η γυναίκα θα πρέπει να είναι τρελή. Στον κάτω όροφο ήταν ο νομάρχης και οι αρχές.
Κάτι έπρεπε να γίνει με τη γυναίκα, ήταν και γυναίκα ναυάρχου ο οποίος είχε ειδοποιηθεί για την κατάστασή της, κι ερχόταν από τη Μάλτα. Φωνάζουν εμένα, συνεννοούμαι με την άρρωστη, πήγαν όλα καλά και την ώρα που ο άντρας της ερχόταν αεροπορικώς, φέρνοντας μαζί του και γιατρό, πήγα με την «άρρωστη» στο αεροδρόμιο και θυμάμαι ότι πήρα και τη σύζυγό μου μαζί στο αεροδρόμιο να τους υποδεχτούμε. Από τότε άρχισαν να φωνάζουν εμένα.
Πείτε μου κι άλλα συμβάντα, ενδεικτικά εκείνων των χρόνων που η Ρόδος προσέλκυε τους λεγόμενους «καλούς τουρίστες», αλλά ήταν ανέτοιμη να τους παρέχει υπηρεσίες;
Μια χρονιά 1η Αυγούστου, εθνική εορτή της Ελβετίας, γινόταν μεγάλη γιορτή στο Μίρα Μάρε, που το διοικούσαν Ελβετοί τότε. Ήμουν κι εγώ καλεσμένος, αλλά βρισκόμουν ακόμα στο σπίτι μου όταν χτύπησε το τηλέφωνο για να με φωνάξουν επειγόντως για περιστατικό.
Φορούσα τις πιτζάμες μου, αρπάζω τη τσάντα μου και πάω έτσι όπως ήμουν. Έφτασα σε 4 λεπτά. Πάλι βρίσκω το Νομάρχη στο σαλόνι, κι όλες τις αρχές, ντυμένος με τις πιτζάμες εγώ… Τους προσπερνώ, ανεβαίνω στον πάνω όροφο, βλέπω έναν άντρα να είναι μισοπεθαμένος αν και ήταν πολύ νέος σε ηλικία! Είχε πάθει έμφραγμα.
Σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή ότι ο γιατρός ο Αυγουστάκης έλειπε στον Έμπωνα, κι αν τον έστελνα στο νοσοκομείο γιατρό δεν θα βρισκε. Του έδωσα τις πρώτες βοήθειες και τον επανέφερα. Ζει ακόμα και μιλάμε μέχρι σήμερα. Εκείνο το βράδυ μου λέει η γυναίκα του «θα φύγεις, τι θα γίνει μέσα στη νύχτα…»… Όχι, της λέω θα μείνω εδώ το βράδυ.
Εκείνη είχε τηλεφωνήσει στην Ελβετία και την άλλη μέρα ήρθε αεροπλάνο με γιατρούς μεταξύ των οποίων ένας σπουδαίος καθηγητής. Μου λέει ο καθηγητής: «αυτός ο άνθρωπος ζει σήμερα γιατί ήρθες γρήγορα. Αν ερχόσουν 10 λεπτά αργότερα θα είχε πεθάνει».
Επειδή δεν μπορούσαν να τον μεταφέρουν στην Ελβετία, έμεινα στο Μίρα Μάρε και τις 18 νύχτες και πηγαινοερχόμουν την ημέρα στο ιατρείο μου. Τον μετέφεραν στην Ελβετία και πήγα κι εγώ να τον συνοδεύσω. Στο αεροδρόμιο είχε πολύ κόσμο. Ήταν πολύ πλούσιος, είχε εργοστάσια, ποδοσφαιρική ομάδα, ήταν 32 χρονών και ήταν και η γυναίκα του πάμπλουτη.
Ζει μέχρι σήμερα, έχει πάρκινσον πια. Mιλάμε ακόμη. Μετά απ΄ αυτό κανόνισα να πάω στην Ελβετία, έξι μήνες στη Ζυρίχη σε νοσοκομείο, για να κάνω μετεκπαίδευση και να μάθω και τη γλώσσα.
Τι γλώσσες μιλάτε;
Αγγλικά, γαλλικά, δανέζικα, λίγα ιταλικά, λίγα γερμανικά. Όταν έκατσα στην Ελβετία, έμαθα καλύτερα τα γερμανικά.
Ασχοληθήκατε πολύ με τους Σκανδιναβούς τουρίστες, πως προέκυψε αυτό;
Ο Νίκος Σουλούνιας, ο τουριστικός πράκτορας, με σύστησε στον ιδιοκτήτη μεγάλου πρακτορείου της Δανίας. Πήγα και στη Δανία για έξι μήνες, στο νοσοκομείο Σαιν Λούκας, κι έμαθα τη γλώσσα. Τότε ξεκινούσε ο τουρισμός από τη Σκανδιναβία.
Κάθε χρόνο το χειμώνα πήγαινα τρεις μήνες σε όλη τη Σκανδιναβία, για να μάθω τη νοοτροπία των Σκανδιναβών και να διαιωνίσω τις επαφές που είχα μαζί τους. Άρχισα να δουλεύω συστηματικά με τους τουρίστες.
Είχα στο ιατρείο μου γραμματείς που ήταν Σκανδιναβές και τις έστελνα όποτε χρειαζόταν για να βοηθήσουν στη γλώσσα, τους γιατρούς του νοσοκομείου.
Έστελνα τη νοσοκόμα και οι άρρωστοι αισθάνονταν ότι είχαν έναν δικό τους άνθρωπο να μιλήσουν, αλλά και να καταλάβουν τι έχει συμβεί με την υγεία τους.
Αν μάθαινα ότι ένας Φιλανδός ήταν μέσα ή ένας Δανός, έστελνα μόνος μου τη νοσοκόμα γιατί έτσι ο άνθρωπος αισθανόταν μια ασφάλεια, ανέβαινε ψυχολογικά.
Σκέφτηκα ότι γινόταν ένα πολύ καλό ξεκίνημα έτσι με τον τουρισμό. Εθεωρείτο στη Σκανδιναβία ότι η Ρόδος είχε την καλύτερη περίθαλψη. Είχαν ασφάλειες από τότε οι τουρίστες, ποτέ δεν πλήρωναν. Οι ασφάλειες έδιναν το τηλέφωνό μου στα πρακτορεία τους όταν έπαιρναν τα εισιτήριά τους. Τα ξενοδοχεία όμως είχαν το δικό τους γιατρό.
Και προχωρήσατε και σ΄ άλλα επίπεδα, δημιουργήσατε μαζί με τους Λάιονς το Δημοτικό Ιατρείο στο Φαληράκι!
Μια φορά ήμουν στη Νότιο Αφρική και βλέπω την οργάνωση εκεί… Ιατρείο Πρώτων Βοηθειών… Λέω μαζί με τους Λάιονς θα κάνουμε Σταθμό Πρώτων Βοηθειών στο Φαληράκι. Λέμε, οικόπεδο πού θα βρούμε; Μας λέει ο Νομάρχης «δεν σας δίνω»… Ο Ράλλης, ο πρωθυπουργός εκείνη την περίοδο, υπήρξε συμμαθητής μου.
Του τηλεφωνώ και πήραμε το οικόπεδο. Κάνω κι ένα χορό, μαζέψαμε τόσα πολλά λεφτά, χτίσαμε το σταθμό, τον δώσαμε στην κοινότητα Καλυθιών, να τον λειτουργήσει. Μετά γεννήθηκε θέμα νοσοκομειακού αυτοκινήτου. Πήγα στη Δανία το χειμώνα, τους είπα εκεί: «έχω ανάγκη ασθενοφόρου»… Το οδήγησε ο ίδιος ο φίλος που μας το δώρισε και το φερε κάτω στη Ρόδο, με καρδιογράφο, με όλα.
Ήσασταν κι ο γιατρός του Κούριερ, του αμερικάνικου καραβιού και των οικογενειών του πληρώματος. Αλλά και ο γιατρός στα γυρίσματα της ταινίας «Τα κανόνια του Ναβαρόνε» που έγιναν στη Ρόδο!
Ναι, ήμουν μαζί τους στα γυρίσματα από το πρωί. Κατέληγαν στο Μίρα Μάρε και έβλεπαν τι γύρισαν την ημέρα. Έμεναν εκεί. Ό,τι προβληματάκι παρουσιάστηκε το αντιμετωπίσαμε. Σύμφωνα με την ιστορία της ταινίας που ήταν μια τεράστια παραγωγή, μία ομάδα κομάντος των συμμαχικών δυνάμεων, κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αναλαμβάνει μια αποστολή αυτοκτονίας εναντίον των Γερμανών στο Αιγαίο. Είχε πολλές δύσκολες σκηνές η ταινία αυτή για τους ηθοποιούς. Να σκεφτείτε, τις αναρριχήσεις στα βράχια τις έκαναν οι άντρες των ΛΟΚ που αντικαθιστούσαν τους ηθοποιούς.
Νοσταλγείτε κάτι σήμερα;
Όχι. Σκέφτομαι όμως πολλές φορές τι έχω κάνει και καταλήγω ότι όλα έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν. Ήμασταν στο Ελσίνκι μια φορά, όλη η οικογένεια μπήκαμε σ΄ ένα πολυκατάστημα και σκορπιστήκαμε, χαθήκαμε εκεί μέσα.
Φώναξαν λοιπόν το όνομά μου από το μικρόφωνο για να ενωθούμε ως οικογένεια. Ήρθαν Φιλανδοί, που τ΄ άκουσαν, και φώναζαν «ντόκτωρ, ντόκτωρ…». Στα γενέθλιά μου, όταν γινόμουν 80 ήρθαν πολλοί να με δουν από το εξωτερικό, ήρθαν να μου κάνουν έκπληξη.
Πηγή: Η ΡΟΔΙΑΚΗ