Με αφορμή τη συμπλήρωση 200 ετών από το συγκλονιστικό Ολοκαύτωμα της Ηρωικής Νήσου Κάσου, πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο της Βουλής των Ελλήνων, η αφιερωματική επιστημονική εκδήλωση «Το Ολοκαύτωμα της Κάσου: 1824-2024». 

O Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, Κωνσταντίνος Τασούλας

Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, κ. Κωνσταντίνος Τασούλας τόνισε ότι το γεγονός του Ολοκαυτώματος της Κάσου δεν αποτελεί απλά μία επετειακή ανάμνηση, αλλά μία ζωντανή υπενθύμιση της ανθεκτικότητας και της αυτοθυσίας του ελληνισμού. 

«Η Κάσος είναι ένα κλασικό παράδειγμα του ελληνισμού, που παρά τις καταστροφές, αντί να συντριβεί, αναγεννιέται και εξελίσσεται. Η διασπορά που προεκλήθη εξαιτίας του ολοκαυτώματος έδωσε νέες ρίζες και αποδεικνύει ακριβώς αυτήν την αρχή του ελληνισμού να μην συντρίβεται από τα ολοκαυτώματα και από τις κακουχίες αλλά να αποτελούν ένα ελατήριο το οποίο εκτινάσσεται εν συνεχεία, και φέρνει αυτά τα λαμπρά αποτελέσματα».

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην ιστορική αναδρομή των γεγονότων που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα της Κάσου το 1824, όταν οι Κάσιοι, μαζί με Κρητικούς και άλλους αγωνιστές, αντιστάθηκαν ηρωικά στην άγρια επίθεση των αιγυπτιακών δυνάμεων. 

Ο Πρόεδρος της Βουλής συνέκρινε την πολιορκία της Κάσου με αυτήν της Κωνσταντινούπολης, λέγοντας: «Η πολιορκία της Κάσου θυμίζει σε μικρογραφία την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης. Τριάντα κανόνια, εξακόσιοι Κάσιοι και λίγες εκατοντάδες Κρητικοί αντιμετώπισαν έναν τεράστιο στόλο αφιονισμένων Αιγυπτίων». Ωστόσο, τα φαινόμενα του φριχτού διχασμού, της φριχτής φιλονικίας και της φριχτής φιλοπρωτίας κατά τον δεύτερο εμφύλιο της ελληνικής Επανάστασης εμπόδισαν την έγκαιρη στήριξη των αγωνιστών της Κάσου κι έτσι, όπως είπε: «Η Κάσος μόνη, σαν δεύτερη μικρή Κωνσταντινούπολη, αντιμετώπισε τα κύματα του εχθρού. Τελικά έπεσε». 

Ο Κ. Τασούλας, εξήρε τη συμβολή των Κασίων της διασποράς, οι οποίοι, μετά την καταστροφή, συνέχισαν να διαπρέπουν και να στηρίζουν την Ελλάδα, φέρνοντας ως παράδειγμα την πολύτιμη συμβολή τους στην εξωτερική πολιτική της χώρας κατά την κρίση του Σουέζ το 1956, όταν οι Κάσιοι πλοηγοί στήριξαν την προσπάθεια της Ελλάδας να ευνοήσει τα εθνικά της συμφέροντα, όπως παραδείγματος χάριν το Κυπριακό. Κάτι που αποδεικνύει σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Βουλής πως «Η περήφανη εξωτερική πολιτική δεν είναι αυτή που απλά αυτοχαρακτηρίζεται ως τέτοια, αλλά είναι η εξωτερική πολιτική που ασκείται σοβαρά και στην ουσία υπερήφανη»

 
 

Κλείνοντας την ομιλία του, ο Κ. Τασούλας αναφέρθηκε στην ιστορική κληρονομιά του Ολοκαυτώματος της Κάσου, λέγοντας: «Οι συμπατριώτες σας, τόσες γενιές πριν, καθημαγμένοι αλλά απτόητοι συνέχισαν να πλάθουν τον μύθο της ζωής τους. Αυτά όλα τα διδάγματα που έρχονται ανάκατα μέσα από τις στάχτες της Κάσου είναι μια απόδειξη ότι η χώρα μας έχει απίστευτη ανθεκτικότητα και αν δεν είχε τα φαινόμενα που προηγουμένως σας περιέγραψα, αν δεν είχε αυτά τα φαινόμενα του φριχτού διχασμού, της φριχτής φιλονικίας και της φριχτής φιλοπρωτίας, φανταστείτε σε τι επίπεδα η χώρα μας θα είχε εκτοξευθεί».

Άπαντες οι ομιλητές ανέλυσαν το ιστορικό πλαίσιο της εποχής, την ηρωική αντίσταση του Κασιώτικου λαού, τις πολιτικές και στρατιωτικές επιπτώσεις της καταστροφής καθώς και τη σημασία της θυσίας για την εθνική ταυτότητα.

Μετά το πέρας της εκδήλωσης το κοινό ξεναγήθηκε στο θεματικό́ αφιέρωμα, με τεκμήρια από́ την ιδιωτική́ συλλογή́ Μίμη και Βασιλικής Χριστοφιλάκη και το βιβλιακό́ και αρχειακό́ υλικό́ της Βιβλιοθήκης της Βουλής, από την Αν. Προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διοίκησης, Βιβλιοθήκης και Εκδόσεων κ. Μαρία Καμηλάκη και το ζεύγος Χριστοφιλάκη.