Όσο σε γοητεύει από μακριά με τη φωνή του, άλλο τόσο σε κερδίζει από κοντά. Είναι το ήθος του; Είναι η γνήσια σεμνότητα του; Είναι η μετριοπάθεια των απόψεων του; Είναι η αύρα του;

 Ο Δημήτρης Κανέλλος από κάθε άποψη και χωρίς υπερβολή είναι ένας γνήσιος εκπρόσωπος της νέας γενιάς των λαϊκών ερμηνευτών και μια από τις ελπίδες που έχουμε να διατηρηθεί ψηλά η σημαία του ποιοτικού ελληνικού τραγουδιού.

Μας έκανε την τιμή να μας μιλήσει για μια σειρά από θέματα, για τη συνεργασία του με τον Θάνο Μικρούτσικο που τον σημάδεψε, εξ ου και τον θεωρεί καλλιτεχνικό του πατέρα, για τις αντιξοότητες που αντιμετωπίζει, χωρίς όμως να το βάζει κάτω, ακόμα και για την τραπ μουσική.

Τι να πρωτοπείς με έναν καλλιτέχνη που έχει τόσα να πει και μέσα από τραγούδια του αλλά και μέσα από την πορεία του και την ίδια του τη ζωή.

Εχεις την τύχη να έχεις συνεργαστεί με μεγάλους συνθέτες. Ξεχωρίζεις κάποιον;

Έχω όντως τη μεγάλη χαρά, τύχη και επιπλέον θα προσέθετα το βάρος της ευθύνης, να έχω στο ενεργητικό μου συνεργασίες με κάποιους από τους πιο λαοφιλείς και σημαντικούς συνθέτες – στιχουργούς του ελληνικού πενταγράμμου. Ο Μίμης Πλέσσας, ο Φώντας Λάδης, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Στέφανος Κορκολής, ο Μίλτος Πασχαλίδης είναι κάποιοι απ’ αυτούς. Καθένας απ’ αυτούς με έχει στιγματίσει μέσα από τη συνεργασία μου μαζί του και έχει διαμορφώσει τον τραγουδιστή που είμαι σήμερα.
Τους οφείλω ειλικρινά πάρα πολλά!

Σου έχει μείνει κάποια συγκεκριμένη ιστορία από τον Θάνο Μικρούτσικο που θες να μοιραστείς μαζί μας;

Ο Θάνος αποτελεί ένα τεράστιο κεφάλαιο της καλλιτεχνικής μου πορείας. θα έλεγα πως είναι εκείνος ο Ανθρωπος – Συνθέτης – Διανοούμενος, που με πίστεψε όσο λίγοι, κι αυτό είναι κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ.

Αν και η επαφή μου μαζί του κράτησε λίγο λόγω του σύντομου φευγιού του, συνεργάστηκα μαζί του σε συναυλίες, όπως επίσης με τίμησε και με τα τελευταία ανέκδοτά του τραγούδια σε ποίηση του πρόωρα χαμένου φίλου του, Άλκη Αλκαίου.

Μια από τις σκηνές που δε θα ξεχάσω ποτέ, ήταν όταν μπήκαμε σ’ ένα προβάδικο – στούντιο προκειμένου να με ακούσει πρώτη φορά για τις συναυλίες – αφιερώματα στον Γιάννη Ρίτσο.

Τραγούδησα ένα ομολογουμένως δύσκολο τραγούδι και μόλις τελείωσε με χτύπησε στη πλάτη με αγάπη και με συνεχάρη. Νόμιζα πως θα κοπούν τα πόδια μου από την αγωνία της στιγμής εκείνης.

Ο Θάνος ήταν, είναι και θα είναι ο καλλιτεχνικός μου πατέρας και θα τον μνημονεύω πάντα όπου βρεθώ κι όπου σταθώ.

Ποιους λαϊκούς τραγουδιστές έχεις ως πρότυπο;

Όπως είθισται να λέμε, εν αρχή ην ο λόγος, έτσι για μένα στο λαϊκό τραγούδι, εν αρχή είναι ο Στέλιος Καζαντζίδης.

Είχα τη χαρά και την τιμή να τον γνωρίσω και να συνομιλήσω μαζί του στα σοκάκια της Νίκαιας όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, μιας και ο ίδιος ο Στέλιος όταν δεν βρισκόταν στον Άγιο Κωνσταντίνο για ψάρεμα, το σπίτι στο οποίο διέμενε ήταν εδώ στη Κοκκινιά.

Σαφώς, στην οικογένεια μας, ακούγαμε στο κασετοφωνάκι κι άλλες μεγάλες φωνές όταν ήμουν μικρός, όπως του Στράτου Διονυσίου, Μανώλη Αγγελόπουλου, Βαγγέλη Περπινιάδη, Γιάννη Πάριου κ.ά.

Το τελευταίο μου παρεμπιπτόντως single που κυκλοφόρησε πρόσφατα από την Deep Music, λέγεται «Μια ζωή το παλεύω» και είναι σε στίχους και μουσική του τεράστιου Γιάννη Πάριου.
Μ’ αυτά τα ακούσματα λοιπόν μεγάλωσα κι αυτά τα ακούσματα ήταν που με έκαναν να αγαπήσω το λαϊκό τραγούδι και να ασχοληθώ εν τέλει με τη μουσική.

Για να διαγράψει κάποιος μια επιτυχημένη πορεία στο τραγούδι αρκεί η καλή φωνή; Τύχη χρειάζεται;

Δεν νομίζω πως υπάρχουν συγκεκριμένες συνταγές για να επιτύχει κάποιος σε κάτι. Σίγουρα στο τραγούδι χρειάζεται ο συνδυασμός, και φωνή και τύχη.
Αυτό που προσπαθώ τουλάχιστον να κάνω στη ζωή μου, προκειμένου αν μη τι άλλο να τα έχω καλά με τον εαυτό μου, είναι να παλεύω τίμια για ό,τι αγαπάω, να διεκδικώ ό,τι πιστεύω πως αξίζει και από κει και πέρα, όπου μας βγάλει.

«Κυκλώματα και «κλειστές παρέες» στο τραγούδι υπάρχουν;  

Πιστεύω πως ναι, υπάρχουν, όπως υπάρχουν πιστεύω και σε όλα εκείνα τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν εντονότερα τα φώτα της δημοσιότητας. Ξέρεις όμως κάτι; Δεν καταναλώνω χρόνο σε τέτοια πράγματα. Κοιτάω να τα προσπερνάω όταν τα αντιμετωπίζω, και να κοιτάω αποκλειστικά και μόνο τη δουλειά μου και τα επόμενά μου επαγγελματικά βήματα.

Η πορεία σου δείχνει ότι έχεις πάθος με το τραγούδι αφού παρά τις αντιξοότητες επιμένεις. Από πού πηγάζει αυτό το πάθος;

Μου αρέσει με ό,τι καταπιάνομαι να το κάνω με αγάπη και πάθος, και να το κάνω όσο πιο καλά μπορώ. Και ναι, να επιμένω. Εγώ μεγάλωσα σε μια φτωχική οικογένεια που δεν είχαμε καλά καλά να φορέσουμε δεύτερο ζευγάρι παπούτσια. Γεννήθηκα μέσα στις αντιξοότητες και τις δυσκολίες. Περίπου στα δέκα μου χρόνια, με πήρε ο πατέρας μου στην οικοδομή όπως και τα αδέλφια μου, για να στηρίξουμε την οικογένεια μας. Από την άλλη, η μάνα έμενε στο σπίτι προκειμένου να μας φροντίζει. Αυτό ήταν το πλαίσιο μέσα στο οποίο μεγάλωσα. Έχω μάθει να μην το βάζω κάτω. Είμαι πιστός στρατιώτης όταν δώσω όρκο σε κάτι που θεωρώ σημαντικό.
Και στην τελική, όταν αγαπάς κάτι ή κάποιον, παλεύεις γι’ αυτή σου την αγάπη, διαφορετικά ή δεν είναι αγάπη ή δεν έχεις μάθει να αγαπάς.

Πες μου τρία τραγούδια που θα ήθελες να στα έχουν δώσει οι συνθέτες τους να τα πρωτοτραγουδήσεις εσύ.

Πολλά τραγούδια έχω «ζηλέψει». Κάποια απ’ αυτά είναι τα «Κλειδιά» του Θοδωρή Κοτονιά, το «Δε Φταίω» του Γιάννη Σπανού και του Λευτέρη Παπαδόπουλου και το «Φεύγω» του Ορφέα Περίδη.

Τα νέα παιδιά σήμερα ακούνε τραπ. Σε στενοχωρεί αυτό;   

Όχι, καθόλου δε με στεναχωρεί και δεν ακούνε όλα τα νέα παιδιά αυτή τη σαβούρα. Πάντα υπήρχαν βέβαια κάποιες μουσικές τάσεις (κυρίως στους νέους), που δεν είχαν καμία απολύτως επαφή με τις αγωνίες, τις ανησυχίες και τα προβλήματα της ευρύτερης πλειοψηφίας του λαού μας. Νομίζω πως, πέραν των υπολοίπων, όλο αυτό εξυπηρετεί κυρίως στο να αποπροσανατολίζει τις νέες γενιές από την ουσία των όσων έχουν να αντιμετωπίσουν στην καθημερινότητά τους και συνολικά στη ζωή τους, να τους παθητικοποιεί αντί να τους ενεργοποιεί ως κοινωνικά όντα.

Ένα από τα πολλά που με εξοργίζουν σ’ αυτά τα ακούσματα, είναι το πόσο πολύ υποτιμούν το γυναικείο φύλο.
Έχω εμπιστοσύνη όμως στη νέα γενιά. Ξέρω πως αυτή είναι που θα βάλει στο τέλος τη σφραγίδα της, όχι μόνο στα μουσικά δρώμενα αλλά συνολικά στην κοινωνία μας.

Οι προσωπικές σου καλλιτεχνικές φιλοδοξίες ποιες είναι;

Γενικά είμαι φιλόδοξος ως άνθρωπος και σίγουρα δε μ’ αρέσει να βάζω φραγμούς και στοπ στα όνειρα και στις καλλιτεχνικές μου ανησυχίες. Δε θα ’θελα να αναφερθώ συγκεκριμένα αλλά σίγουρα τα επαγγελματικά μου σχέδια δεν περιορίζονται στα στενά όρια της πατρίδας μας.

Είχες ποτέ επαφή με την Ομογένεια και δη της Αμερικής; Αν ναι, πώς ήταν η εμπειρία σου;

Έχω πάει Αμερική δύο φορές για επαγγελματικούς λόγους. Μία φορά το 2001 και άλλη μία το 2020.
Την πρώτη φορά πήγα να τραγουδήσω σε ένα μαγαζί στην Αστόρια, και τη δεύτερη με την Γλυκερία σε περιοδεία. Έχω συγγενείς σε Αμερική και Αυστραλία. Όταν πήγα τελευταία φορά Αμερική ένιωσα πως πήγα να δω την οικογένεια μου, τους αγαπημένους μου ανθρώπους! Ένιωσα κυριολεκτικά, σαν στο σπίτι μου!

Το πιο τρελό σου όνειρο;

Να κάνω μια μεγάλη περιοδεία όπου υπάρχει Ελληνισμός, η οποία θα είναι ανοιχτή σε όλο τον κόσμο ανεξαρτήτου εθνικότητας.
Γιατί όπως είχε πει κι ο Γιάννης Ρίτσος: …εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε απ’ τον κόσμο. Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο.

ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ

17 Αυγούστου 2024