Το μήνυμα ότι «δεν είμαστε τόσο αφελείς ούτε αιθεροβάμονες να πιστεύουμε ότι από τη μία μέρα στην άλλη θα μπορέσουμε να λύσουμε τα προβλήματα που έχουμε με την Τουρκία, τα οποία ανατρέχουν δεκαετίες», έστειλε ο Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, από το 9ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, υπογραμμίζοντας ωστόσο πως «είναι σημαντικό να διατηρούμε ανοιχτά τα κανάλια της επικοινωνίας» και «να μπορέσουμε να έχουμε ηρεμία στην περιοχή μας».
Μάλιστα, όπως τόνισε συνομιλώντας με τη δημοσιογράφο Νίκη Λυμπεράκη, ο ίδιος θέλει να αφήσει μία παρακαταθήκη ήσυχης γειτονιάς, όντας επωφελής για την Ελλάδα και τους πολίτες της.
«Ένα πολύ στοιχειώδες στοιχείο της πολύ καλής σχέσης που προσπαθούμε να αναπτύξουμε με την Τουρκία είναι η κατανόηση ότι οι βασικές θέσεις των δύο μερών δεν πρόκειται να αλλάξουν», σημείωσε ο υπουργός και χαρακτήρισε σημαντικό το «να μπορούμε να καταλαγιάζουμε τις εντάσεις». Στο πλαίσιο αυτό «είναι σημαντικό να έχουμε έναν άμεσο δίαυλο επικοινωνίας που θα αποσυμπιέζει τις εντάσεις».
«Πρέπει όλοι μας να κατανοήσουμε -και νομίζω ότι αυτό είναι σημαντικό να υπάρξει ως κοινή κατανόηση- ότι είναι πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να έχουμε μία ηρεμία στην περιοχή μας. Αν αποδεχτούμε το γεγονός ότι υπάρχουν θέσεις που είναι αντίρροπες στα δύο μέρη, τότε μπορούμε να έχουμε αυτό το σημείο κατανόησης», εξήγησε, επισημαίνοντας πως «έχουμε καταφέρει στους τελευταίους 10 μήνες να έχουμε μηδενική δράση στο πεδίο και να έχουμε μία ρητορική που πράγματι σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να παλινδρομεί, στην πραγματικότητα όμως πόρρω απέχει από εκείνα τα οποία είχαμε δει στο παρελθόν».
Τόνισε δε πως θέλει οι Έλληνες πολίτες «να αισθάνονται αυτοπεποίθηση για την πατρίδα τους και να αισθάνονται και μία ηρεμία, μία ασφάλεια». Ο ίδιος δεν θα χρησιμοποιήσει ποτέ ρητορική, η οποία θα είναι δυσανάλογη με τα γεγονότα. «Θα ήταν για μένα πάρα πολύ εύκολο να χρησιμοποιήσω το χαρτοφυλάκιο του υπουργού Εξωτερικών για να έχω ένα προσωπικό όφελος. Στην Ελλάδα το ευκολότερο που θα μπορούσε να συμβεί είναι να γίνεις δημοφιλής πάνω στα εθνικά θέματα. Εγώ δεν θα το πράξω. Εγώ για την πατρίδα μου θέλω να είμαι πρωτίστως επωφελής και όχι δημοφιλής. Και αυτό θα συνεχίσω να πράττω», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε ό,τι αφορά τις προσδοκίες από την επικείμενη συνάντηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Υπουργός Εξωτερικών σχολίασε πως σε κάθε επίπεδο θα πρέπει «να προσπαθούμε να αποδραματοποιούμε τις συναντήσεις, οι οποίες γίνονται μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής αντιπροσωπείας», καθώς πρόκειται για ηγέτες δύο γειτονικών χωρών που οφείλουν να συζητούν για τα θέματα που ανακύπτουν και να βρίσκονται σε έναν ανοιχτό και ειλικρινή διάλογο. «Βεβαίως θα παραχθούν συμπεράσματα στο τέλος της ημέρας, γιατί έχουμε μία μεγάλη ανοιχτή θετική ατζέντα, έχουμε μέτρα αμοιβαίως επωφελή, τα οποία έχουν να κάνουν με το μεταναστευτικό, την πολιτική προστασία, το εμπόριο, την οικονομία. Έχουμε μία μεγάλη γκάμα ανταλλαγών και συμφωνιών. Από την άλλη πλευρά, είναι πολύ σημαντικό να μιλάμε. Όταν δεν συζητάμε, είναι αναπόφευκτο ότι θα επιδεινώνουμε τη θέση μας», επισήμανε.
Υπογράμμισε πως «η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα είναι η μόνη διαφορά, η οποία μπορεί να αχθεί ενώπιον διεθνούς δικαιοδοσίας και αυτό είναι το τέλος της διαδρομής», ενώ ερωτηθείς αν είναι αισιόδοξος για το κατά πόσον μπορούμε να δούμε αυτό το τέλος, απάντησε: «Αυτό που μπορώ να σας διαβεβαιώσω είναι ότι εγώ θα ήθελα να το δω. Εγώ θέλω να αφήσω μία παρακαταθήκη ήσυχης γειτονιάς. Όσο δεν λύνεται το υποκείμενο πρόβλημα της οριοθέτησης, πάντοτε θα υπάρχουν εντάσεις. Κάποια στιγμή θα πρέπει να δούμε τα πράγματα με γενναιότητα […] Θα πρέπει να καθίσουμε να δούμε με την Τουρκία πώς μπορούμε να έχουμε μία ισόρροπη στάση, η οποία επί τη βάσει αποκλειστικά και μόνο του Διεθνούς Δικαίου θα μπορέσει να μας οδηγήσει σε μία λύση αυτού του μοναδικού προβλήματος που έχουμε σε ό,τι αφορά την νομική του υφή, και να προχωρήσουμε μπροστά κι ενδεχομένως να παραπέμψουμε στη Χάγη ή στο Αμβούργο, σε μία διεθνή δικαιοδοσία, η οποία θα μπορεί να κλείσει το θέμα της οριοθέτησης».
Δεν αναιρείται η βασική θέση της Ελλάδα για τα Δυτ. Βαλκάνια
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα του Φρέντι Μπελέρη, επανέλαβε ότι δεν είναι ένα ζήτημα διμερές, αλλά ευρωπαϊκό, εκτιμώντας πως «έχει πλέον γίνει κοινή κατανόηση ότι ο τρόπος με τον οποίο έγινε η διαχείριση της υπόθεσης του Φρέντι Μπελέρη δεν προσιδιάζει σε ένα προηγμένο κράτος δικαίου».
Επισήμανε, δε, πως δεν αναιρείται η βασική θέση της Ελλάδας σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή προοπτική τόσο της Αλβανίας, όσο και των Δυτικών Βαλκανίων συνολικά. «Θέλουμε να δούμε και την Αλβανία, όπως θέλουμε και τα υπόλοιπα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων να εντάσσονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας να γίνει αυτό», ανέφερε ξεκαθαρίζοντας, ωστόσο, ότι «ο σεβασμός στα θεμελιώδη, δηλαδή στο Κράτος Δικαίου, στη Δημοκρατία, στα δικαιώματα των μειονοτήτων είναι μία συνθήκη, στην οποία δεν μπορεί να γίνει παραχώρηση».
Αναφορικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών και τα συνοδευτικά πρωτόκολλα σχολίασε -μεταξύ άλλων- ότι «εμείς εκείνο το οποίο οφείλουμε να πράξουμε είναι να παρακολουθούμε την πιστή εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Και αυτό πράττουμε. Όταν υπάρξει μία κοινή κατανόηση, μία αμοιβαία κατανόηση, μία πραγματική κατάσταση πλήρους συμμόρφωσης, τα μνημόνια θα έρθουν προς κύρωση στην ελληνική Βουλή». Διευκρίνισε, δε, πως «η καθυστέρηση έχει να κάνει πρωτίστως με τις σχέσεις που αναπτύσσονται επέκεινα της Συμφωνίας των Πρεσπών».
Ομόθυμη στήριξη από τη Δύση στην Ουκρανία
Για την Ουκρανία, ο κ. Γεραπετρίτης υπογράμμισε πως αυτό που χρειάζεται αυτή τη στιγμή είναι η ομόθυμη στήριξη εκ μέρους της Δύσης, «η δε στήριξη αυτή θα πρέπει να γίνεται κατανοητή ως αναγκαία οικουμενική αλληλεγγύη απέναντι σε εκείνον ο οποίος αμύνεται υπέρ του Διεθνούς Δικαίου». «Η προσπάθεια, η οποία γίνεται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε επίπεδο ΝΑΤΟ, σε επίπεδο Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, θα πρέπει να συνεχίσει, διότι η στήριξη στην Ουκρανία δεν αποτελεί στήριξη μόνο σε μία σύμμαχο χώρα, αποτελεί στήριξη κατά του βίαιου αναθεωρητισμού», ανέφερε χαρακτηριστικά. Η Ελλάδα στέκεται στη Μ. Ανατολή εκεί που στέκεται το Διεθνές Δίκαιο Ερωτηθείς για το πού στέκεται η Ελλάδα στα όσα συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή, ο κ. Γεραπετρίτης απάντησε πως η χώρα μας στέκεται εκεί που στέκεται το Διεθνές Δίκαιο» και εξήγησε: «Ναι, το Ισραήλ έχει το δικαίωμα της αυτοάμυνας εντός των ορίων που θέτει το Διεθνές Δίκαιο και ιδίως το ανθρωπιστικό δίκαιο. Ναι, θα πρέπει να διαφοροποιούμε τον παλαιστινιακό λαό από τη Χαμάς. Ναι, θα πρέπει να δοθεί ένα όραμα στους Παλαιστινίους. Το όραμα αυτό δεν είναι άλλο από την υλοποίηση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας, με βάση τις οποίες θα πρέπει να υπάρξει παλαιστινιακό κράτος στα σύνορα προ του 1967 και με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ».
Η Ελλάδα «δεν θα γίνει ποτέ συναλλακτική», τόνισε. Το μεγάλο της κεφάλαιο είναι η συνέπεια, και με αυτό θα συνεχίσει να διαδραματίζει έναν πολύ κομβικό ρόλο τόσο στο επίπεδο της διακοπής των εχθροπραξιών, όσο και στο κομμάτι της ανθρωπιστικής βοήθειας και στην αρχιτεκτονική της επόμενης ημέρας για τη Μέση Ανατολή.
Πολύ βαθιές και ουσιαστικές οι σχέσεις με ΗΠΑ
Στην ερώτηση «κι αν γυρίσει ο Τραμπ;», ο υπουργός Εξωτερικών σχολίασε πως «η Δημοκρατία θα μιλήσει. Αν μιλήσει η Δημοκρατία και πει Τραμπ, τότε ας είναι ο Τραμπ». Ο ίδιος δεν αισθάνεται ότι θα υπάρξει τεράστια διαφορά από την έκβαση της κάλπης στις Ηνωμένες Πολιτείες και υπογράμμισε πως οι σχέσεις που υπάρχουν με τις ΗΠΑ δεν είναι ούτε συγκυριακές ούτε προσωποποιημένες.
«Οι σχέσεις είναι πολύ βαθιές, είναι πολύ ουσιαστικές, διέπονται από κανόνες και αρχές και θέλω να πιστεύω ότι αυτές θα συνεχιστούν», ανέφερε χαρακτηριστικά.