Με την υπ’ αριθμ. 112/2023 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου, που εκδόθηκε χθες, διορίστηκε νέος πραγματογνώμονας για να εξετάσει συνολικά την σκανδαλώδη υπόθεση της παρατράπεζας που είχε στήσει υπάλληλος στην κινητή μονάδα της Κάσου της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου.
Με την υπ’ αριθμ. 278/2022 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου είχε διοριστεί ένας ορκωτός λογιστής των Αθηνών που υπέβαλε στην πορεία αίτημα αντικατάστασης του.
Η πραγματογνωμοσύνη, όπως είχε κριθεί από το ποινικό δικαστήριο σε προηγούμενη δικάσιμο, οπότε και για πολλοστή φορά αναβλήθηκε η εκδίκαση της υποθέσεως, αποτελεί στοιχείο το οποίο πρέπει να υφίσταται για την αξιολόγηση των κατηγορουμένων.
Θυμίζουμε ότι με την υπ’ αριθμ. 54/2022 απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου απορρίφθηκε αίτηση για την αντικατάσταση του πραγματογνώμονα.
Με την υπ’ αριθμ. 21/2021 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου είχε γίνει δεκτή ανάλογη αίτηση και έκτοτε ο έλεγχος της υπόθεσης εκκρεμούσε.
Το Εφετείο Δωδεκανήσου, με την υπ’ αριθμ. 48/2020 απόφασή του, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ουσίας της αστικής διαφοράς επί των εφέσεων που άσκησαν τα αντίδικα μέρη για την ακύρωση απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, με την οποία δικαιώθηκαν μερικώς οι θέσεις της υπό εκκαθάριση πλέον Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου.
Το Εφετείο Δωδεκανήσου με την τελευταία του απόφαση διέταξε συγκεκριμένα την διενέργεια τεχνικής πραγματογνωμοσύνης, η οποία θα διεξαχθεί με την φροντίδα του επιμελέστερου διαδίκου και διόρισε ως πραγματογνώμονα έναν οικονομολόγο της Ρόδου.
Αντίδικος της υπό εκκαθάριση τράπεζας προέβαλε με αίτησή της λόγους για την αντικατάσταση του συγκεκριμένου πραγματογνώμονα και το δικαστήριο προχώρησε σε ικανοποίηση του αιτήματος.
Στην πορεία διάδικος της υπόθεσης υπέβαλε άλλο αίτημα για την αντικατάσταση του νέου πραγματογνώμονα, που είχε απορριφθεί.
Όπως απεκάλυψε η “δημοκρατική”, με την υπ’ αριθμ. 1558/2018 απόφαση του πολιτικού τμήματος του Αρείου Πάγου αναιρέθηκε η υπ’ αριθμ. 162/2014 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου με την οποία απορρίφθηκαν οι εφέσεις που είχαν ασκηθεί.
Το πρωτόδικο δικαστήριο είχε εξετάσει κατ’ αντιµωλία τις αντίθετες αγωγές των δύο αντίδικων µερών και µε την απόφαση, που εξέδωσε, ετάχθη υπέρ των θέσεων της Συνεταιριστικής Τράπεζας διατάσσοντας, τετραμελή οικογένεια να της καταβάλει το ποσό των 317.489,02 ευρώ ως αποζηµίωση για τη βλάβη που προκλήθηκε στην Τράπεζα.
Τα µέλη της οικογένειας εξέθεσαν ότι στο κινητό συνεργείο της Τράπεζας στην Kάσο διατηρούσαν πέντε τραπεζικούς λογαριασµούς, συνολικού ύψους 380.000 ευρώ.
Ότι στις 16.03.2006, όταν χορήγησαν έγγραφη εντολή για ανάληψη µετρητών από τους ως άνω λογαριασµούς τους στον ταµία, ο τελευταίος οµολόγησε σ’ αυτούς ότι είχε αφαιρέσει, χωρίς εντολή, το ποσό των 270.000 ευρώ και ότι τους υποσχέθηκε να το επιστρέψει εντός τεσσάρων ηµερών, υπογράφοντας µάλιστα και υπεύθυνη δήλωση µε θεωρηµένο το γνήσιο της υπογραφής του.
Εξέθεσαν ακόµη ότι είχαν οµόλογα της Τράπεζας συνολικού ύψους 600.000 ευρώ, τα οποία όµως έπαψαν να ανανεώνονται από τον Iούλιο του έτους 2004 και ότι αυτά τελικά ρευστοποιήθηκαν παρανόµως και χωρίς σχετική εντολή τους από τον ταµία.
Κατήγγειλαν επιπλέον ότι η Τράπεζα δεν τους επιστρέφει 16 επιταγές που εκδόθηκαν σε διαταγή τους από τρίτους για την αγορά µε προσύµφωνο δύο ακινήτων σε Κάρπαθο και Κάσο.