O Πανηγυρικός λόγος του εορτασμού της 72ης Επετείου του Απελευθερωτικού Κινήματος Καρπάθου της 5ης Οκτωβρίου 1944, που εκφώνησε κατά την Δοξολογία στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Μενετών ο π.Υπουργός Εσωτερικών και Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, συμπατριώτης μας κ. Σπύρος Φλογαΐτης.
Εξοχώτατε Κύριε Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας,
Ι. Το πρωΐ της 5ης Οκτωβρίου 1944 παλικάρια των Μενετών έτρεξαν στον Ιερό Βράχο όπου δεσπόζει η Εκκλησία «Η Κοίμησις της Θεοτόκου» και άρχισαν να χτυπούν ξέφρενα τις καμπάνες. Το χωριό ξύπνησε σε μια μέρα χαράς και ελπίδας: Το προηγούμενο βράδυ, της 4ης Οκτωβρίου, τα τελευταία στρατεύματα της γερμανικής κατοχής είχαν εγκαταλείψει την Κάρπαθο και την Κάσο, στο πλαίσιο της γενικότερης οπισθοχώρησης και εγκατάλειψης των μέχρι τότε κατεχόμενων εδαφών. Για την Δωδεκάνησο όμως αυτό σήμαινε πως αυτομάτως τα νησιά επανέρχονταν στην αρχική Δύναμη κατοχής, την Ιταλική, καθόσον μάλιστα η Ιταλία εμάχετο πλέον στο πλευρό των συμμαχικών Δυνάμεων. Οι Καρπάθιοι ήταν αποφασισμένοι αυτό να μην το επιτρέψουν και να ελευθερωθούν από τον Ιταλικό ζυγό και μάλιστα τώρα, όχι αργότερα.
Η προσδοκία έγινε παραλήρημα χαράς όταν λίγο αργότερα μπήκε στο χωριό ο Οπλαρχηγός της Αρκάσας Ντίνος Παζαρτζής επικεφαλής στρατιωτικής Δύναμης πάνω από εκατό αρκασιωτών, που άρτια οπλισμένοι και στρατιωτικά συντεταγμένοι βάδισαν από το χωριό τους στις Μενετές για να πιστοποιήσουν ότι ο αγώνας μπορούσε να στηριχθεί όχι μόνο στα όνειρα για λευτεριά αλλά και στα όπλα. Πράγματι, αποσυρόμενοι οι Γερμανοί είχαν πετάξει ανοιχτά στο λιμάνι του Φοινικιού της Αρκάσας οπλισμό όλων των ειδών, που οι Αρκασιώτες είχαν ανασύρει στην ξηρά και οργανωμένοι από τον Μιχάλη Κωνσταντινίδη που αναδείχθηκε σε άριστο οπλουργό, τα είχαν καθαρίσει και λιπάνει ώστε να είναι αξιόπιστα στη μάχη. Ο Ντίνος Παζαρτζής και ο Μιχάλης Κωνσταντινίδης ήταν επιστήθιοι παιδικοί φίλοι και παρέμειναν πιστοί στη φιλία τους που στηριζόταν στον κοινό αγώνα, τον αμοιβαίο σεβασμό και αργότερα στη συγγένεια που δημιούργησαν μεταξύ τους, μέχρι το θάνατο. Τα όπλα τα είχαν κρύψει στο ασφαλέστερο μέρος, που δεν ήταν άλλο από το υπόγειο του σπιτιού του Παζαρτζή που είχε επιταχθεί από τους Γερμανούς και είχε μετατραπεί σε οικία του Γερμανού στρατιωτικού Διοικητή, ενός 28χρονου Αυστριακού, του Kraak. Ήταν πράγματι ένας κρυψώνας πέραν πάσης υποψίας.
Οι κωδωνοκρουσίες αναμείχθηκαν με τους πυροβολισμούς και μέσα σε μιαν έκρηξη πατριωτισμού η δοξολογία και η κήρυξη της Επανάστασης με μοναδικό σκοπό την Ελευθερία και την Ένωση με τη μητέρα πατρίδα ακολούθησαν για να δώσουν στη συνέχεια τη σκυτάλη στο Επαναστατικό Κομιτάτο Μενετών-Αρκάσας που αποτελείτο από τους Ιωάννη Γ. Οθείτη, Εμμ. Σπαννίδη, Βασίλειο Μ. Οικονομίδη, Γεώργιο Εμμ. Λοΐζο, Γεώργιο Γιαννόπουλο, Γεώργιο Ν. Σακελλιάδη, Βασίλειο Μ. Γεραπετρίτη και Γεώργιο Μαρή, και συμπληρώθηκε από εκείνο της Αρκάσας που συγκροτήθηκε από τους Ιωάννη Παζαρτζή, Νικόλαο Βασιλαράκη, Μηνά Πρωτοψάλτη και Γεώργιο Καμαράτο με οπλαρχηγό τον Ντίνο Παζαρτζή. Το Επαναστατικό Κομιτάτο απέστειλε στα χωριά της Καρπάθου για να μεταφέρουν το μήνυμα της ενάρξεως του αγώνα, τους Βασίλειο Ν. Ανδρέου, Λάζαρο Κοσμά και Σοφοκλή Οικονομίδη.
Το Επαναστατικό Κομιτάτο Μενετών-Αρκάσας, στις 6 Οκτωβρίου με απόφασή του κατέλυσε την Ιταλική κυριαρχία, και την επομένη, 7 Οκτωβρίου, απεφάσισε τη σύγκλιση πανκαρπαθιακής συνελεύσεως, που έλαβε χώρα στο Απέρι και συγκρότησε Κεντρική Επιτροπή με σκοπό την διαπραγμάτευση με τους Ιταλούς και την ελευθερία της Καρπάθου και Κάσου, με τη ρητή δέσμευση να συνεννοείται για κάθε τι με το Επαναστατικό Κομιτάτο Μενετών-Αρκάσας. Η Κεντρική Επιτροπή αποτελείτο από τους Χριστόφορο Σακελλαρίδη, Ιωάννη Γιαννάκη, Φραγκίσκο Σακελλαρίδη, Δημήτριο Καπετανάκη και Ιωάννη Οικονομίδη (Γιανναγά).
ΙΙ. Η στρατιωτική έκρηξη της Επανάστασης στις Μενετές της Καρπάθου δεν ήταν όμως ένα τυχαίο ξέσπασμα πατριωτισμού, αλλά μια καλά μελετημένη και προετοιμασμένη από καιρό ημέρα, από την πολιτική της καθοδήγηση.
Ο δρόμος προς την Ελευθερία είχε χαραχθεί πολύ νωρίτερα, όταν ο καλός πατριώτης καπετάν Πανάγος Παραλής, που αγωνιζόταν στην κατασκοπία με τους συμμάχους Άγγλους για τον κοινό σκοπό, επέλεξε τον αγνό πατριώτη, τον Δάσκαλο Ιωάννη Οθείτη από τις Μενετές και του έστειλε επιστολή με ειδικό κλιμάκιο κατασκόπων πού αποβιβάσθηκε στην Κάρπαθο στην περιοχή του Μεσοχωρίου το 1943 και του ζητούσε να αναλάβει προσωπικά την οργάνωση του Αγώνα προσκαλώντας τις κατά τη γνώμη του καταλληλότερες δυνάμεις του νησιού σε μια πατριωτική απελευθερωτική οργάνωση και προετοιμάζοντας την επικείμενη απόβαση των συμμαχικών δυνάμεων.
Το σχέδιο αυτό δεν πραγματοποιήθηκε στο επιχειρησιακό του μέρος γιατί οι Σύμμαχοι αποβιβάσθηκαν τελικώς στην Ιταλία και οι κατάσκοποι Stefens και Donny που είχαν εγκατασταθεί στο νησί έφυγαν για άλλους προορισμούς. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να μνημονεύσουμε τους Μεσοχωρίτες που στήριξαν με πατριωτισμό το κλιμάκιο των κατασκόπων και μερικοί το πλήρωσαν ακριβά, αφού ο δάσκαλος Μανώλης Χαροκόπος, ο Νικ. Χατζηλύκος και ο Β. Πέρου συνελήφθησαν αργότερα από τους Γερμανούς και εστάλησαν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως, επειδή δεν απεκάλυψαν τους συνεργάτες τους. Όμως στο οργανωτικό του μέρος το σχέδιο θέριεψε, ενώ νέο κλιμάκιο κατασκόπων αποβιβάσθηκε στο νησί λίγο αργότερα, ο Γιάννης Κρασόπουλος από τη Σάμο και ο Χριστόφορος Λυτός από τη Βωλάδα, που με την βοήθεια των Μεσοχωριτών ζούσαν σε σπηλιές.
Πατριώτες από όλη την Κάρπαθο συντάχθηκαν γύρω από τον Οθείτη, άνθρωποι μορφωμένοι και άλλοι άνθρωποι του μόχθου. Μεταξύ πολλών πρέπει εδώ να μνημονευθούν ο γιατρός Ι. Οικονομίδης (Γιανναγάς) και ο δάσκαλος Χριστόφορος Σακελλαρίδης από το Απέρι, ο Νικόλαος Ανδρεάδης από το Μεσοχώρι, ο Μηνάς Χαλκιάς από τις Πυλές, κ. ά. Η ανάπτυξη των επαναστατών στο Απέρι ήταν σημαντική για τη συλλογή πληροφοριών, αφού εκεί ήταν η πρωτεύουσα του νησιού.
Οι απελευθερωτικές επαναστάσεις δεν μπορούν να ξεκινήσουν όμως από την πρωτεύουσα όσο και αν οι εκεί πατριώτες θα το επιθυμούσαν, και το σύμπλεγμα των κάτω χωριών, ιδιαίτερα ο ενιαίος τότε Δήμος Μενετών-Αρκάσας είχε το γεωγραφικό πλεονέκτημα, αλλά και τα παλληκάρια όπως και τις ευκαιρίες.
Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν πολλοί, από όλα τα χωριά, όμως η Ιστορία ρίχνει καμιά φορά σε μερικούς παράξενο βάρος στους ώμους τους. Το κάθε χωριό από άκρου σε άκρον της Καρπάθου έχει να διηγηθεί ιστορίες για τα δικά τους παλληκάρια και τους εμπνευσμένους πατριώτες. Στα δικά μας μέρη, Ο Ντίνος Παζαρτζής που ονειρευόταν να σπουδάσει αλλά τον είχε αποκλείσει ο πόλεμος στην Κάρπαθο, είχε μάθει ως αυτοδίδακτος, γαλλικά, που του επέτρεψε να γίνει φίλος με τον Kraak, ο οποίος για λόγους άγνωστους στην Ιστορία δεν έχανε καμιά ευκαιρία να τον ενημερώνει για τις γενικότερες εξελίξεις. Ο Kraak στο μεταξύ είχε μιαν ορντινάτσα, τον Erich, Γερμανό κομμουνιστή που είχε φυλακισθεί από τον Χίτλερ. Ο Erich παρακολουθούσε τις γερμανικές εκπομπές του BBC μέσα στο σπίτι που έμενε ο Kraak, ενώ φύλαγαν τσίλιες γι αυτόν ο Ντίνος Παζαρτζής με τον Μιχάλη Κωνσταντινίδη, και στη συνέχεια κρατούσε αυτός τσίλιες για ν’ ακούν τα δυό καρπαθόπουλα την ελληνική εκπομπή του BBC. Από το άλλο μέρος, ήταν ο ίδιος Kraak που επέτρεψε, παρά τη σφοδρή αντίδραση των Ιταλών, στον Ντίνο Παζαρτζή να μεταβεί ως δάσκαλος στην Κάσο, δίνοντάς του έτσι την ευκαιρία κατά το σχέδιο του Οθείτη να οργανώσει το νησί γύρω από τον πατριωτικό σκοπό με κεντρικό σημείο τον εορτασμό της Εθνικής Παλιγγενεσίας στις 25 Μαρτίου 1944, ημέρα δακρύων μνήμης ακόμη και σήμερα για τους επιζώντες.
ΙΙΙ. Η Επανάσταση χρειαζόταν την παράδοση των Ιταλικών αρχών κατοχής αλλά και την πρόσκληση των Συμμάχων να καταλάβουν τα ελεύθερα νησιά.
Οι Επαναστάτες έστειλαν την Κεντρική Επιτροπή να διαπραγματευθεί με τους Ιταλούς. Χρειάστηκε η Κεντρική Επιτροπή να επιστρέψει στις διαπραγματεύσεις επανειλημμένα γιατί δεν έγινε κατορθωτή η παράδοση των Ιταλών τόσο εύκολα ή άμεσα. Υπήρξαν και στιγμές έντασης μεταξύ των επαναστατών, ενώ ίσως έπεφτε βαριά πάνω στα γεγονότα και τις συμπεριφορές ο φόβος κάποιων για μετάδοση στα νησιά των όσων γινόταν στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Σ’ αυτές τις στιγμές έντασης, οι Καρπάθιοι έδειξαν απαράμιλλη σύνεση, διότι δεν κατήργησαν την Κεντρική Επιτροπή που δεν έφερε αμέσως τα αποτελέσματα που είχαν παραγγείλει, αλλά, αποφεύγοντας τον διχασμό, έστειλαν την ίδια επιτροπή να πετύχει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, και η Επιτροπή είχε τελικά την ικανότητα να το φέρει. Το Σύμφωνο παράδοσης των νησιών υπεγράφη στις 11 Οκτωβρίου και από την Κεντρική Επιτροπή αλλά και την Επιτροπή Μενετών από τους Γεώργιο Λοΐζο, Εμμ. Σπανίδη, Βασ. Οικονομίδη, την Επιτροπή Αρκάσας από τους Νικ. Βασιλαράκη, Γ. Καμαράτο, Κ. Παζαρτζή, την Επιτροπή Πηγαδίων με τον Λογοθέτη Διακίδη, την Επιτροπή Πυλών με τον Μηνά Χαλκιά, την Επιτροπή Απερίου από τους Μιχ. Πετρίτη και Νικ. Ορφανίδη, και την Επιτροπή Ολύμπου με τον Ιω. Κόνσολα.
Την επαύριον, 12 Οκτωβρίου 1944, η μετονομασθείσα σε Ελληνική πλέον Επαναστατική Καρπαθιακή Επιτροπή εξέδωσε ψήφισμα καταλύσεως των Ιταλικών αρχών και Ένωσης μετά της μητρός Ελλάδος, καθώς και διάγγελμα προς τον Λαό που κατέληγε με τις φράσεις, Ζήτω η Ελευθερία, Ζήτω η Ένωσις, Ζήτω η Ελλάς. Ο γιατρός Φραγκίσκος Γ. Σακελλαρίδης, ο δάσκαλος Χριστόφος Φ. Σακελλαρίδης, ο δικηγόρος Δημ. Καπετανάκης, ο δικηγόρος Ιωάννης Γιαννάκης και ο γιατρός Ιωάννης Μ. Οικονομίδης (Γιαναγάς) θέτοντας τις υπογραφές τους στο ψήφισμα ενώνονταν με την αιωνιότητα, και μαζύ τους ολόκληρος ο πολύπαθος Λαός.
Το μήνυμα της Επανάστασης έπρεπε να φτάσει στην Αλεξάνδρεια. Οι καπετάνιοι Μιχάλης Πιττάς και Κώστας Λαμπρίδης είχαν μια βάρκα, την έλεγαν στα ιταλικά immacolata, όλη και κι όλη 5 μέτρα και 80 εκατοστά. Οι Κώστας Λαμπρίδης, Σοφοκλής Οικονομίδης, καπετάν Γιώργος Χριστοδούλου, Νίκος Σταματάκης, καπετάν Μιχάλης Πιττάς, καπετάν Μανώλης Πατσουράκης και Λάζαρος Κοσμάς, μπήκαν στην βάρκα, και στις 8 Οκτωβρίου ξεκίνησαν από το Φοινίκι με οδηγό τ’ αστέρια γιατί η πυξίδα που τους προμήθευσαν στην Κάσο ήταν απαρχαιωμένη για ένα ταξίδι που μόνο τα νιάτα και ο ελληνικός πατριωτισμός κάνουν δυνατό. Και κατάφεραν να φθάσουν στην Αλεξάνδρεια! Η επιστολή που παρέδωσαν στην μαχόμενη Ελληνική Κυβέρνηση έλεγε μεταξύ άλλων:
«Ο αμιγής πληθυσμός των κατοίκων της Καρπάθου και Κάσου προέβη … εις την ανύψωσιν της Ελληνικής σημαίας και εκήρυξε την Ένωσίν του μετά της Μητρός Ελλάδος…Εν τη στερεά πεποιθήσει ότι η Μήτηρ ημών θα σπεύσει να περιλάβει τα εναγωνίως αναμένοντα αυτήν απαρφανισμένα επί αιώνας τέκνα της εις τας θερμάς αγκάλας, διατελούμεν πιστοί και αφοσιωμένοι υπήκοοι της Κυβερνήσεως ημών».
Στις 17 Οκτωβρίου 1944, δυο πολεμικά πλοία των Βρετανικών Δυνάμεων, το Κλήβελαντ και η Τερψιχόρη, κατέπλευσαν στο λιμάνι της Καρπάθου. Πρώτοι αποβιβάσθηκαν οι επτά Καρπάθιοι πατριώτες της immacolata και στη συνέχεια ο Άγγλος πλοίαρχος Ντένις με άγημα πεζοναυτών που κατέλαβαν στο όνομα του συμμαχικού αγώνα την Κάρπαθο και την Κάσο, τα δυο νησιά της Δωδεκανήσου που ελευθερώθηκαν μόνα τους, και μάλιστα μια μέρα πριν την απελευθέρωση των Αθηνών.
Κύριε Πρόεδρε,
Εορτάζουμε σήμερα μαζύ σας στιγμές που δεν είναι συνήθεις στην ελληνική ιστορία. Ο Νίκος Σβορώνος έγραφε στη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους ότι κεντρικό χαρακτηριστικό του Ελληνικού Λαού είναι ο αντιστασιακός του χαρακτήρας. Και οι Καρπάθιοι με την Κάσο ήταν πράγματι πάντοτε παρόντες για να θυμηθούμε τη συμμετοχή στον αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας και το ολοκαύτωμα της Κάσου, αλλά και το Σύνταγμα των Δωδεκανησίων Εθελοντών των βουνών της Αλβανίας. Συνήθως όμως οι αγώνες των Ελλήνων προδίδονται, από κάθε φορά κάποιον που η Ιστορία καταγράφει στα μαύρα κατάστιχα, κατατάσσοντας τους ήρωες στις δέλτους του Λεωνίδα, του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του Σουλίου, και τόσων άλλων ηρωικών μορφών αυτοθυσίας. Στον αγώνα της Καρπάθου για απελευθέρωση δεν υπήρξαν προδότες και συνεπώς δεν υπάρχουν ηρωικές πράξεις αυτοθυσίας, παρά μόνο πράξεις ενθουσιώδους αλλά συνετού πατριωτισμού, ο ηρωισμός βρίσκεται στην αποκοτιά των ενεργειών που έγιναν, όχι στην θυσία, αφού ευτυχώς δεν χρειάσθηκε.
Θα θυμόμαστε λοιπόν πάντα με ευγνωμοσύνη τις προσωπικότητες εκείνες, τις βαθιές φιλίες και τον φλογερό πατριωτισμό ανθρώπων που τότε οι περισσότεροι ήσαν παιδιά αλλά παρέδωσαν στις γενιές που ακολούθησαν πρότυπα πατριωτικής συμπεριφοράς και ομοψυχίας, οράματα και ελπίδες,` και κυρίως το μάθημα πως οι δούλοι γίνονται ελεύθεροι.
Καθηγητής Σπυρίδων Ι. Φλογαΐτης