Ο Νίκος Κων/νου Μανούσης γεννήθηκε στην πόλη της Κω στις 30 Ιουνίου του 1893.´Αριστος μαθητής αποφοίτησε το Δημοτικό το μόνο σχολείο που υπήρχε στην Κω. Η φτώχεια τον ανάγκασε να ξενιτευτεί στη Νέα Υόρκη, όπου εργαζόταν ως κουρέας, τέχνη που έμαθε από τον πατέρα του Το 1909, σε ηλικία 16 ετών, μετά από πολλές ταλαιπωρίες και με μικρή χρηματική βοήθεια από τους γονείς του, εκπληρώνει τον πόθο του να μεταβεί στην Αμερική και αποβιβάζεται στη Νέα Υόρκη.
Εργάζεται αρχικά στο εστιατόριο του πολυκαταστήματος Macy’s και σιγά-σιγά δημιουργεί δικό του μαγαζί (κουρείο) στο εμπορικό κέντρο της Νέας Υόρκης και το πρώτο του σπίτι στη Νέα Υόρκη.
«Ο ταπεινός κουρέας από την Κω, του οποίου τα στήθη φλόγιζε η πιο δυνατή πατριωτική φωτιά, έδωσε την ώθηση για την οργάνωση του δωδεκανησιακού απελευθερωτικού αγώνα». Πρόεδρος ήδη του Κωακού Συλλόγου «Ελπίς» συνέλαβε την ιδέα ίδρυσης μιας Δωδεκανησιακής οργάνωσης, με σκοπό τη διεξαγωγή αγώνος για την ελευθερία (1917).
To 1917 γνωρίζεται με την κόρη σπουδαίου Νισυρίου σφουγγαρά, Άννα Λιβίτση, την οποία
παντρεύεται μετά από δυο χρόνια. Ο Δωδεκανησιακός αγών εν Αμερική άρχισε το 1918 με την ίδρυση της Εθνικής Ενώσεως Δωδεκανησίων Αμερικής. Όπως αφηγείται ο ίδιος:
« Ἤμουν τότε πρόεδρος τοῦ Συλλόγου τῶν Κώων ἡ Ἐλπίς καὶ ἐσκέφθην ὅτι ἐπεβάλλετο εἰς τοὺς ∆ωδεκανησίους τῆς Ἀμερικῆς νὰ συμβάλουν εἰς τὴν ἀποκατάστασιν τῶν νήσων μας.
Φοβούμενος ὅμως μήπως ἡ πρωτοβουλία μου αὐτὴ βλάψη τὸ Ἐθνικόν μας ζήτημα, ἔγραψα εἰς τὸν τότε πρεσβευτὴν τῆς Ἑλλάδος ἐν Οὐάσιγκτων, κ. Ροῦσσον, ζητῶν σχετικάς ὁδηγίας. Ὁ κ. Ροῦσσος εὐαρεστήθη νὰ ἀπαντήση ἐγκρίνων τὴν ὀργάνωσιν τοῦ ἀγῶνος».
Η δράσις της Ἐθνικῆς Ἑνώσεως Δωδεκανησίων ὑπῆρξεν ἐντατική. Κατέθεσε δὲ τὴν εντολήν ὅταν ὑπεγράφη ἡ συνθήκη τῶν Σεβρῶν.
«Ἀργότερον ἱδρύθη ὑπ’ ἐμοῦ ἡ Φιλικὴ Ἑταιρεία ∆ωδεκανησίων Ἀμερικῆς, ἡ γνωστὴ μὲ τὰ ἀρχικὰ ὡς ΦΕ∆Α. Αὐτὴ ἐξέδιδεν ἐπὶ τριετίαν τὸ περιοδικὸν ΦΕ∆Α, Ἑλληνιστὶ καὶ Ἀγγλιστί. Ἠδράνησεν ὅμως κατόπιν τριετῶν ἀγώνων καὶ μόχθων ἐλλείψει συνεργατῶν καὶ καταλλήλων στελεχῶν τὰ ὁποĩα νὰ ἐνδιαφερθοῦν διὰ τὸν ἀγώνα.
Χάριν δικαιοσύνης εἰς τὸν κατάλογον τῶν ἐργασθέντων ἢ ὁπωσδήποτε ἐνισχυσάντων τὸν ∆ωδεκανησιακὸν ἄγωνα δέον νὰ ἀναφερθοῦν καὶ τὰ ὀνόματα τῶν κ.κ. Γ. Πετρίδη ἀρχιμανδρ. Θεοδ. Κοκκινάκη, Πέτρου Μερτζένη, Σ. Καβουκλή, Στ. Παπαθωμά, ∆ήμ. Καραμπάτου, κ.λπ. καὶ ὅσων τὰ ὀνόματα μας διαφεύγουν».
Όλοι οι ∆ωδεκανήσιοι συνεφώνησαν επί της ανάγκης δημιουργίας μιας νέας οργανώσεως, που θα στηριζόταν ηθικώς στην εξουσιοδότησιν όλων των σωματείων, και θα είχε απόλυτο ελευθερία και πρωτοβουλία κινήσεων, ικανότητα επαφών με προσωπικότητες και υπηρεσίες, και χρηματικήν ευχέρεια.
Δύο ήμερες μετά την ιταλική επίθεση (1940) συγκεντρώθησαν οι αντιπρόσωποι των Δωδεκανησιακών Σωματείων Νέας Υόρκης και, κατόπιν εισηγήσεως του Προέδρου της Δωδεκανησιακής Νεολαίας κ. Νικολάου Μανούση, προέβησαν εις την ίδρυσιν του Εθνικού Δωδεκανησιακού Συμβουλίου
Οι Ιταλοί είχαν θορυβηθεί από τη δράση του Νίκου Μανούση στη ΦΕ∆Α ώστε, όταν μετέβη το 1928 με κανονικό διαβατήριο θεωρημένο από το ιταλικό προξενείο προς επίσκεψη των οικείων του, δεν επέτρεψαν την αποβίβασή του.
Παρατίθεται συγκλονιστικό απόσπασμα από την εφημερίδα Ελεύθερος Λόγος της 15ης Μαρτίου 1928 που αναφέρεται στη μετάβαση του Νίκου Μανούση από τη Νέα Υόρκη στην Κω και την απαγόρευση αποβίβασής του μετά από εντολή της Ιταλικής Διοίκησης καθώς και την άνοδο των γονέων του στο ατμόπλοιο για να παραμείνουν μόνο λίγες στιγμές πλησίον του ξενιτεμένου γιου τους.
Περιγράφεται επί του άφωνου χάρτου η συγκινητική στιγμή της συναντήσεως με την μητέρα του.
«Παιδί μου, ἔλεγεν ἡ γραία Μανούση ἀναλυόμενη εἰς δάκρυα καὶ διακοπτόμενη ὑπὸ λυγμῶν! Κράτα ψηλὰ τὴν τιμὴ τοῦ σπιτιοῦ σου καὶ τοῦ Ἔθνους σου. Θέλησαν καὶ θέλουν νὰ μᾶς ἐξευτελίσουν. Ζητοῦν νὰ μὲ σύρουν στὰ πόδια τοῦ ∆ιοικητῆ νὰ τὸν παρακαλέσω, νὰ κλάψω, νὰ φιλήσω τα χέρια του γιὰ νὰ σοũ δώση τὴν ἄδεια νὰ βγñς ἔξω. Ὄχι, παιδάκι μου, δὲν θὰ ἐξευτελιστῶ ἐγὼ, μία Κώτισσα, μία Ἑλληνίδα, μπροστὰ σ’ ἕνα Ἰταλό. Ἡ λαχτάρα ποὺ εἶχα γιὰ νὰ σὲ ἴδω ἔσβυσε, παιδί μου, τώρα ἂς πεθάνω».
Οι συριγμοί όμως του αποπλέοντος πλοίου διέκοψαν την εθνικήν ταύτην μυσταγωγίαν και την κατανυκτικήν εκμυστήρευσιν και αντηλλάγησαν οι τελευταίοι ασπασμοί, ενώ ο κ. Διοικητής, εξηπλωμένος νωχελώς και μακαρίως επί του αναπαυτικού ανακλίντρου του, ανέμενε την γραίαν Ελληνίδα μητέρα του κ. Μανούση, να γονυπετήση και να εκλιπαρήση έλεος και χάριν. Και αναμένει, ματαίως όμως. Η τιμή της Οικογένειας Μανούση, το γόητρον και η Εθνική υπερηφάνεια παρέμειναν άθικτα και αμόλυντα.
Επιστρέψας ενταύθα, ο κ. Μανούσης διεμαρτυρήθη…το 1934 εκδίδει το Κωακόν Λεύκωμα, που το διαθέτει και τις εισπράξεις του τις αποστέλλει στη Μητρόπολη της Κω για την ανοικοδόμηση του Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Νικολάου, που είχε καταρρεύσει κατά τον καταστρεπτικό σεισμό της 23ης Απριλίου 1933.
Επίσης, μαζί με τον αείμνηστο, και έναν άλλο καλό πατριώτη, τον αδελφό του, Σταμάτη Μανούση, εβοήθησαν οικονομικά την ενθρόνιση του Α’ Μητροπολίτη Κω, Μακαριστού Εμμανουήλ Καρπάθιου μετά την Ενσωμάτωση (1947).
Σειρά άρθρων του, που δημοσιεύτηκαν κατά καιρούς στην ημερήσια εφημερίδα Εθνικός Κήρυξ της Νέας Υόρκης και αλλού, θ’ αποφασίσει τον Ιούλιο του 1947 να εκδώσει στην Αθήνα με τίτλο: Η γόνιμος εθνική δράσις των ∆ωδεκανησίων Αμερικής και με υπέρτιτλο: 30 έτη συνεχών αγώνων υπέρ της ∆ωδεκανησιακής Ελευθερίας.
Θα αφήσει την ύστατη πνοή του στις 16 Μαΐου του 1956.
Απόσπασμα από τον επικήδειο, εκφωνηθείς υπό τού Γυμνασιάρχου του εν Κω Ιπποκρατείου Γυμνασίου, Γαβριήλ Παπαθεοφάνους.
“Ἀείμνηστε Νικόλαε Μανούση,
…..Πύρινα δάκρυα χαρᾶς καὶ λυγμοὶ βαθείας συγκινήσεως ἐδόνησαν τὴν πατριωτικήν σου ψυχήν, ὅταν τὸ πρῶτον ἀντίκρυσες τὴν κυανόλευκον νὰ λικνίζεται ἤρεμα, ἔνδοξος καὶ ὑπερήφανος, νικήτρια καὶ τροπαιοῦχος ἐπὶ τοῦ ∆ιοικητηρίου τῆς Κῶ.
Ἔκτοτε διέμεινες εἰς τὴν Γενέτειρά σου. Ἡ ἀγάπη σου δι’ αὐτὴν κατέστη πραγματικὸν βίωμα. Ἂν εἶναι ἀληθές, καὶ εἶναι πράγματι ἀληθὲς ὅτι βραδύνει ἡ ἱστορικὴ δικαιοσύνη, ὅπως ἐπιτυχῶς
ἐγράφη, ὁ βιολογικὸς αὐτὸς νόμος ἀπετέλεσε δι’ ἐσὲ κάποιαν ἐξαίρεσιν. Ἡ μεγάλη μήτηρ Ἑλλὰς ἀνεγνώρισε τοὺς ἀγῶνας σου καὶ ἀπεφάσισε τόσον σύντομα νὰ σὲ ἀνταμείψη. Ὄχι βέβαια μὲ ὑλικὴν ἀμοιβήν• «τὸ ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης» δὲν ἀμείβεται μὲ τὴν ταπεινὴν ὕλην. Ἡ ἀμοιβὴ τῶν πατριωτικῶν σου ἀγώνων ὑπῆρξεν ἠθική. Ἰδοὺ τὸ δεύ- τερον ἀξιομίμητων παράδειγμά σου. Μόλις συνεπληρώθη ἔτος ἀπὸ τῆς ἡμέρας ἐκείνης, καθ ́ ἣν ἡ Πατρίδα ὑπηρεσιῶν σου ηὐδόκησε νὰ σοῦ ἀπονείμη τὸν Χρυσοῦν Σταυρὸν τοῦ Τάγματος τοῦ Φοίνικος. Οὕτω ἡ Πατρίς, τὴν ὁποίαν τόσον ἠγάπησες, σοῦ ἀνταπέδωσε τὴν ἀγάπην της.
Ἐνθυμοῦνται ὅλοι τὴν συγκίνησίν σου κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς παρασημοφορίας σου. Καὶ ἐγὼ αὐτὸς ἔσχον τὴν τιμὴν νὰ συνεργασθῶ, ἐν τῆ ἰδιότητί μου ὡς Γυμνασιάρχου τοῦ ἐν Κῶ Ἱπποκρατείου Γυμνασίου μετά σου, τῆ εἰσηγήσει μου διορισθέντος ἐπὶ μίαν διετίαν, ὡς Προέδρου τῆς Σχολικῆς Ἐφορείας. Ἐκεῖ ἐγνώρισα βαθύτερον τὸν χαρακτῆρα σου καὶ τὴν θερμουργὸν ψυχήν σου.
Μαζὶ μὲ τοὺς λυγμοὺς τῆς ἀγαπητῆς σου συζύγου, μαζὶ μὲ τοὺς λυγμοὺς τῶν ἀδελφῶν σου, οἱ ὁποῖοι περιστοιχίζουν τὸ σεπτὸν φέρετρόν σου, μαζὶ μὲ τοὺς λυγμοὺς πάντων ἐκείνων οἵτινες
συνέρρευσαν διὰ νὰ σὲ συνοδεύσωσιν εἰς τὴν τελευταίαν σου κατοικίαν, προσθέτω καὶ ἐγὼ τοὺς ἰδικούς μου λυγμούς, καὶ σοὺ ἀπευθύνω ὡς ὕστατον χαιρετισμὸν πολὺ διακαῶς τὸ περιλάλητον ἐκεῖνο τοῦ ἀπὸ σκηνῆς φιλοσόφου.
«Ὢ πατρίς, εἴθε πάντες οἱ ναίουσι σὲ οὕτως φιλοῖεν ὡς ἐγὼ» δηλαδὴ Πατρίδα μου, εἴθε νὰ σὲ ἀγαποῦσαν ὅλοι, ὅπως σὲ ἀγάπησα καὶ ἐγώ. Γαῖαν ἔχοις ἐλαφράν.”
Νίκος Στ. Μανούσης
Νευρολόγος – Ψυχίατρος
Αντιπρόεδρος ΔΙΙΚΩ