Λόγια σου γράφω σήμερα στο χρόνο πικραμμένα
για τον χαμό σου που θαρρώ Γιάννη πως είναι ψέμα.
Ο χρόνος συμπληρώθηκε Γιάννη του Σακελλάρη
και μ άφησες τον πόνο σου να έχω μαξιλάρι.
Σ αυτή την άδικη ζωή ήσουνα η Αχτίδα
και μούδινες παρηγοριά χαμόγελα κι ελπίδα .
Τίμιε δημιουργικέ κι Άξιε νοικοκύρη
που δεν εχάλασες ποτέ κανένα μας χατήρι.
Αριστοκράτη και ευγενή καύχημα των παιδιών σου
που χάρες εξαιρετικές είχε το άτομό σου.
Σαν αετός επέταξες Γιάννη μου στον αέρα
κι έφυγες πάνω στη γιορτή επίσημη ημέρα.
Μαύρα τα ρούχα που φορώ μαύρη και η καρδιά μου
μόνο ο Θεός από ψηλά ξέρει τα βασανά μου.
Νομίζω ονειρεύομαι και όταν θα ξυπνήσω
μέσα στο σπίτι Γιάννη μου κάπου θα σ ‘αντικρίσω.
Τα δάκρυα ωσάν φωτιά κυλούν στα μάγουλα μου
γιατί ανεμοστρόβιλος άρπαξε την χαρά μου.
Κλαίω τις χάρες τις καλές και τη χρυσή καρδιά σου
τη λεβεντιά της νιότης σου τα προτερηματά σου.
Που θάφτηκαν στη μαύρη γή και έχω μείνει μόνη
σαν βάρκα μες στη θάλασσα πούνε χωρίς τιμόνι.
Πολλά καλά εκάμανε τα χέρια τα δικά σου
πούνε χρυσές κληρονομιές σ’ εγγόνια και παιδιά σου.
Και για την καλοσύνη σου στη Κάρπαθο στα ξένα
μιλούν όποιοι σε γνώρισαν και έζησαν με σένα.
Πάντοτε εξεχώριζες κι είχες πρωτοπορία
ότι δουλειά κι αν έκανες είχε επιτυχία.
Σε όλα έβαζες μπροστά πάντα την τιμιότη
και τ’ όνομά σου πέρασε εις την σειρά τηφαν πρώτη.
Ένα μεγάλο ευχαριστώ σου λέει η φαμιλιά σου
για την ολόχρυση ζωή που πέρασε κοντά σου.
Παιδιά εγγόνια σε είχανε παρηγοριά και θάρρος
και έφυγες απότομα χωρίς να δώσεις βάρος.
Η Βίκη, η Ειρήνη σου, εγγόνια Ευδοξία
για το φευγιό το πρόωρο έχουν μελαγχολία.
Κοιμήσου υπερήφανος για τα καλά παιδιά σου
που στάθησαν ακούραστα ως άξιζε κοντά σου.
Με πόνο όλοι κλαίουμε και λύπη μας σκεπάζει
που λείπεις απ’ το σπίτι μας όλα τα σκοτινιάζει.
Τώρα που είναι οι γιορτές έλα και μην αργήσεις
να φέρεις και τα δώρα σου να μας καλοχρονίσεις.
Και όλοι να γιορτάσουμε την ονομαστική σου
που χίλια δυό σου έφτιαχνε Γιάννη μου η Ζωή σου.
Γαληνεμένος στη μορφή θα είσαι εδώ κοντά μας
κι ώσπου να ζούμε θε να ζείς και σύ ανάμεσά μας.
Ω Ουρανέ τα σύννεφα σιγά σιγά περνάτε
για να μας βλέπει ο Γιάννης μου να μη παραπονάται.
Και της Καρπάθου αρώματα και δροσερό αγέρι
νάρχοντε εις το μνήμα σου χειμώνα καλοκαίρι.
Κοιμήσου μέσα στις δροσιές Γιάννη του Παραδείσου
που σ’ έβαλαν τα έργα σου κι η Άγια ψυχή σου.
Η τεθλιμμένη σύζυγός σου
ΖΩΗ ΣΑΚΕΛΛΑΡΗ