Ενός λεπτού σιγή τήρησε σήμερα η Βουλή των Ελλήνων προς τιμήν της αντιδικτατορικής Εξέγερσης του Πολυτεχνείου στις 17 Νοεμβρίου του 1973. Προηγήθηκε, κατά την έναρξη των εργασιών της Ολομέλειας, ειδική αναφορά στην επέτειο της 17ης Νοεμβρίου, από τον Πρόεδρο της Βουλής και εκπροσώπους των κομμάτων.
Ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, κ. Κωνσταντίνος Τασούλας, στην ομιλία του ανέφερε:
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τιμούμε σήμερα μια ιστορική ημέρα. Την Ιστορία τη συνθέτουν πάντοτε δύο στοιχεία που ο χρόνος τα αποχωρίζει, μια σειρά γεγονότα και το άρωμα της εποχής. Το πρώτο, τα γεγονότα, μπορείς να τα αποκαταστήσεις ακόμα και ύστερα από αιώνες. Το δεύτερο, όχι, χάνεται, πετάει μαζί με τη στιγμή. Ακόμα και εκείνοι που το ένιωσαν, όπως και όσο νιώθει κανείς το παρόν, χάνουν την αίσθησή του όταν το πάρει ο άνεμος του χρόνου.
Δεν θα αναπαραστήσω συνεπώς στη σύντομη ομιλία μου γεγονότα, αλλά θα τολμήσω να επιχειρήσω να αναπαραστήσω το άρωμα μιας εποχής, γιατί το 1973, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ήταν μια εποχή, όπου κλιμακώθηκαν οι αντιδικτατορικοί προσεισμοί, οι οποίοι οδήγησαν στον σεισμό της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου, που ήταν και η κορωνίδα της αντιδικτατορικής δράσης του λαού μας, με επίκεντρο και κορυφαίους συμμέτοχους τη νεολαία.
Αυτή η κορυφαία αντιδικτατορική δράση της 17ης Νοέμβρη στο Πολυτεχνείο προφανώς και δεν υπονομεύεται και δεν αμαυρώνεται ούτε από έκτροπα που ενίοτε συμβαίνουν, αχρείαστα και απαράδεκτα έκτροπα την ημέρα του εορτασμού της επετείου, αλλά ούτε και από την ανιστόρητη, χυδαία οικειοποίηση της ονομασίας της 17ης Νοέμβρη από σπείρα δολοφονική, η οποία μοίρασε θάνατο, δυστυχία, αλλά όχι υπονόμευση της Δημοκρατίας.
Η κλιμάκωση των αντιδικτατορικών προσεισμών το 1973 είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Είχαμε τον Φεβρουάριο την εξέγερση της Νομικής. Είχαμε τον Απρίλιο τις σημαντικές πολιτικά δηλώσεις του εξόριστου Κωνσταντίνου Καραμανλή που δημοσιεύτηκαν στη ‘‘Βραδυνή’’ και στη ‘‘Θεσσαλονίκη’’ και στις οποίες δηλώσεις, μεταξύ άλλων, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής προφητικά είχε πει: ‘‘Είμαι βέβαιος πως η νέα γενιά, παρασκευασμένη καλύτερα από τη δική μας και έχουσα, όπως λέει ο Αισχύλος, για δασκάλους τις δικές μας συμφορές, είναι ικανή να συλλάβει ορθώς το πρόβλημα του τόπου και να αγωνιστεί για την προκοπή του ταλαιπωρημένου λαού μας. Η προώθησις νέων δυνάμεων εις τον στίβο της πολιτικής θα καταστήσει περιττή και την επάνοδο στο παρελθόν. Ο εξευρωπαϊσμός της Ελλάδος, υπό την καλή έννοια, θα μπορούσε να αποτελέσει -συμπληρώνει- τη νέα Μεγάλη Ιδέα του έθνους. Οι κυβερνώντες, αν είχαν συνείδηση των ευθυνών τους, και μόνο διά τον λόγο αυτόν, θα έθεταν τέρμα στην παρούσα ανωμαλία, η οποία ανωμαλία συνίσταται εις κατάργηση της ελευθερίας, που υποβιβάζει τους Έλληνες εις την κατηγορία των καθυστερημένων πολιτικώς λαών, όταν αυτοί φιλοδοξούν και δύνανται να είναι Ευρωπαίοι. Ύψιστα εθνικά συμφέροντα επιβάλλουν την αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας’’.
Τον Μάιο του 1973 είχαμε το Κίνημα του Ναυτικού, όπου αμφισβητήθηκε από τις Ένοπλες Δυνάμεις η αφοσίωσή τους στο δικτατορικό καθεστώς και η εκδηλώθηκε επιθυμία τους για επιστροφή στη δημοκρατική ομαλότητα.
Τον Νοέμβριο, που κορυφώνεται η διαδικασία της αντιδικτατορικής δράσης, είχαμε ένα προμήνυμα στο μνημόσυνο του Γεωργίου Παπανδρέου, στις 4 Νοεμβρίου, και στις 17 Νοεμβρίου την κορύφωση αυτής της δράσεως, την κορύφωση της συμβολής της νεολαίας στην πεποίθηση ότι το δικτατορικό καθεστώς όχι μόνο δεν έχει καμία κατάφαση, αλλά είχε ήδη μπει σε φάση αποσύνθεσης.
Ο πρώτος πολιτικός που έκανε δηλώσεις ανήμερα στις 17 Νοέμβρη ήταν ο τελευταίος δημοκρατικός Πρωθυπουργός, που συνελήφθη από τη Δικτατορία, ο αείμνηστος Παναγιώτης Κανελλόπουλος.
Γράφει αργότερα, το 1975, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος – κι έτσι επιχειρώ με θράσος να μπω στο άρωμα εκείνης της εποχής για την εξέγερση του Πολυτεχνείου: ‘‘Οι πράξεις των φοιτητών σημειώθηκαν κάτω από ένα καθεστώς βίας. Όποιες και να ήταν οι προθέσεις του παλιού συναδέλφου μου στη Βουλή, που πίστεψε τον Οκτώβριο του 1973 ότι σχημάτισε, πράγματι, μια πολιτική κυβέρνηση, το καθεστώς δεν είχε πάψει να έχει στην κορυφή του ένα δικτάτορα και κύρια όργανα και στηρίγματα τις ίδιες ομάδες που παραπάνω από έξι χρόνια ήταν οι ομάδες διωγμού του λαού, χαφιέδων και βασανιστών.
Ένα καθεστώς βίας γεννάει την αντίρροπη βία στην περίπτωση των νέων του Πολυτεχνείου. Δεν είναι ανάγκη να επαναλάβω ό,τι είχα πει στη Δίκη των Τριάντα τεσσάρων. Είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν εκρηκτικό υλικό, που βρισκόταν μέσα στο ίδιο το Πολυτεχνείο, αλλά δεν το έπραξαν. Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι, όπως πληροφορήθηκαν, έξω και μακριά από τον χώρο τους κάποιοι προβοκάτορες ή ανεξέλεγκτα στοιχεία κατασκεύαζαν βόμβες μολότοφ, και έσπευσαν να τις αχρηστεύσουν.
Οι νέοι του Πολυτεχνείου δεν χρησιμοποίησαν μέσα υλικής βίας. Με τι όπλα εξεγέρθηκαν; Αρκέστηκαν, με υπερκομματική αδελφική ενότητα, να προτάξουν στην τυραννία γυμνά και ανυπεράσπιστα τα στήθη τους και κατάφεραν αυτοί οι άοπλοι να πραγματοποιήσουν κάτι πολύ περισσότερο από ένα κίνημα, από μια περιστασιακή εξέγερση.
Επραγματοποιήσαν -λέει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος– μια λαϊκή εθνική επανάσταση, τη μόνη που ύστερα από κάποια προμηνύματα, ύστερα από τη θαρραλέα γενική δοκιμή του Μεγάρου της Νομικής Σχολής, σημειώθηκε στο διάστημα της υπερεπτάχρονης Δικτατορίας’’.
Και κλείνει: ‘‘Θα σταθώ τώρα σε δύο σημεία που δείχνουν με τρόπο πιο συγκεκριμένο ότι η επανάσταση του Πολυτεχνείου επικράτησε και μάλιστα όταν την κατέπνιγαν το ‘‘κράτος’’ και η βία, που και αυτόν ακόμη τον Προμηθέα καθήλωσαν στον Βράχο του Καυκάσου χωρίς να τον νικήσουν.
Όταν ο ραδιοφωνικός σταθμός των ελεύθερων πολιορκημένων νέων εξέπεμψε τις λέξεις ‘‘εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο’’, τα αυτιά μυριάδων Ελλήνων και το αυτί της Ιστορίας ήταν προσκολλημένα ορθάνοιχτα στη φωνή εκείνη, που έγινε από τότε ένας τίτλος κεφαλαίου του Δικαίου της Ελευθερίας. Και όταν οι νέοι και οι νέες του Πολυτεχνείου, αντικρίζοντας τα άρματα μάχης και άλλες στρατιωτικές δυνάμεις, αποκαλούσαν τους στρατιώτες ‘‘αδέλφια’’, εψήφιζαν με την κραυγή τους τον θεμελιωδέστερο κανόνα Δικαίου ενός έθνους, τον κανόνα που θεσπίζει την ενότητα λαού και στρατού, έναν ιερό κανόνα που η Δικτατορία της 21ης Απριλίου είχε καταπατήσει. Δεν εισακούστηκε τη στιγμή εκείνη η κραυγή των νέων, αλλά δεν δημιούργησαν Δίκαιο όσοι κατέπνιξαν την κραυγή αυτή. Η κραυγή των ‘‘Ελεύθερων Πολιορκημένων’’ ήταν η φωνή του Δικαίου’’, ολοκληρώνει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος ετέθη αμέσως μετά από αυτές τις δηλώσεις σε κατ’ οίκον περιορισμό για άλλη μία φορά.
Τα γεγονότα, λοιπόν, είναι γνωστά. Το άρωμα της εποχής είναι δύσκολο να το νιώσουμε, αλλά αξίζει να το επιχειρήσουμε. Και αυτό που σήμερα εμείς, που απολαύουμε της ελευθερίας και της δημοκρατίας που κάποιοι έδωσαν τη ζωή τους και την υγεία τους για να την έχουμε, οφείλουμε να αντιληφθούμε είναι ότι το νόημα του Πολυτεχνείου είναι η διαρκής έγνοια και ο διαρκής αγώνας για ελευθερία και προκοπή.
Οι τρεις λέξεις ‘‘ψωμί’’, ‘‘παιδεία’’, ‘‘ελευθερία’’ είναι το νόημα του Πολυτεχνείου, ένα νόημα αντίστασης στη Δικτατορία, αντίσταση η οποία σε μια Δημοκρατία μετατρέπεται σε συναγωνισμό προκοπής, σε συναγωνισμό συνθέσεων, σε συναγωνισμό ωφέλειας για τη χώρα.
Γιατί είναι γνωστό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι ενώ σε μια Δικτατορία η αντίσταση και συνταγματικά επιβάλλεται, σε μια Δημοκρατία μόνο η αντιπολίτευση μπορεί να σταθεί και καμία αντίσταση δεν επιτρέπεται προς τη Δημοκρατία. Και η αντιπολίτευση που επιτρέπεται και επιβάλλεται σε μια Δημοκρατία είναι για να γίνονται μέσω των θεμιτών αντιθέσεων οι απαραίτητες συνθέσεις, ώστε το νόημα του Πολυτεχνείου για ελευθερία και πρόοδο, που εμείς οφείλουμε να το επιτύχουμε, να πραγματοποιηθεί όσο πιο στέρεα και όσο πιο γρήγορα και όσο πιο βιώσιμα μπορεί να γίνει. Αυτή είναι η δική μας συμβολή σε εκείνον τον κορυφαίο αγώνα, η δική μας ανταπόκριση και ο δικός μας φόρος τιμής».
Στη συνέχεια, τοποθετήθηκαν εκ μέρους των κομμάτων οι βουλευτές κ. Σπήλιος Λιβανός από τη Νέα Δημοκρατία, κ. Νικόλαος Φίλης από τον Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς, κ. Γεώργιος Καμίνης από το Κίνημα Αλλαγής, κ. Εμμανουήλ Συντυχάκης από το Κομουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, κ. Κωνσταντίνος Χήτας από την Ελληνική Λύση και ο κ. Γεώργιος Λογιάδης από τη ΜέΡΑ25, καθώς και ο βουλευτής του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς κ. Αθανάσιος Παπαχριστόπουλος, ο οποίος κατέθεσε την προσωπική του μαρτυρία για τα γεγονότα της εποχής εκείνης.